Δύο στα δέκα ζευγάρια που ζουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση και προσπαθούν να αποκτήσουν παιδί, θα διαπιστώσουν μέσα στους επόμενους δώδεκα μήνες ότι αντιμετωπίζουν κάποιο πρόβλημα υπογονιμότητας. Στο ίδιο διάστημα, μόνο στη χώρα μας, θα πραγματοποιηθούν 15000 περίπου κύκλοι εξωσωματικής γονιμοποίησης.
Όλα τα νούμερα και τα ποσοστά που σχετίζονται με την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή σοκάρουν, γιατί περιγράφουν μια διαφαινόμενη, κοντινή δυστοπία. Κάθε δεκαετία που περνά η ανθρωπότητα γίνεται όλο και λιγότερο γόνιμη και χάνει ένα ποσοστό της δυνατότητάς της για φυσική σύλληψη και αναπαραγωγή. Μέχρι πρόσφατα, οι κοινωνίες αλλά και η ανεπάρκεια και οι ελλιπείς έρευνες της επιστημονικής κοινότητας στον τομέα της γενετικής, επέρριπταν τη βασική ευθύνη για την υπογονιμότητα ενός ζευγαριού στις γυναίκες. Σήμερα γνωρίζουμε ότι ο ανδρικός παράγοντας ευθύνεται σε περίπου ίδιο ποσοστό με τον γυναικείο για την αδυναμία ενός ζευγαριού να τεκνοποιήσει.
Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι μέσα στους επόμενους δώδεκα μήνες, δύο στους δέκα άνδρες θα βρεθούν σε ένα δωμάτιο με ένα κυπελλάκι στο χέρι και θα κληθούν να δώσουν δείγμα του σπέρματός τους. Θα χαμογελάσουν αμήχανα με την vintage πορνογραφία που θα βρουν στη διάθεσή τους στο εξεταστήριο (τα περισσότερα έχουν DVD, κάποια προσφέρουν ακόμα και περιοδικά!), θα αγχωθούν από την αυστηρή οδηγία ότι δεν πρέπει να πέσει ούτε μια σταγόνα έξω από το κυπελλάκι (κυρίως οι πρώτες), θα προσπαθήσουν να αποφύγουν να καθίσουν, να στηριχτούν ή να ακουμπήσουν οπουδήποτε, παρότι το δωμάτιο θα αστράφτει από καθαριότητα και θα μυρίζει αποστείρωση, αλλά στο τέλος θα κάνουν ό,τι χρειαστεί προκειμένου το δείγμα να βρεθεί στο κυπελλάκι.
Ο δρ. Χάρης Ασβέστης, ουρολόγος – ανδρολόγος με ειδίκευση σε θέματα υπογονιμότητας, εξηγεί τι περίπου μπορούν να περιμένουν αυτοί οι άνδρες και οι σύντροφοί τους από τη στιγμή που θα πάρουν στα χέρια τους τα αποτελέσματα της εξέτασης του δείγματος – το πρώτο σπερμοδιάγραμμα.
1. Τι σημαίνει «κακό» σπερμοδιάγραμμα;
Το σπερμοδιάγραμμα αποτελεί τη βασική αξιολόγηση της ποιότητας του ανδρικού σπέρματος. Aποτυπώνει την εικόνα των φυσικών χαρακτηριστικών του, μετρά τους ποσοτικούς και ποιοτικούς του δείκτες, ενώ συμπεριλαμβάνει και κάποιες επιπρόσθετες εξετάσεις, όπως ο μικροβιολογικός έλεγχος και η καταγραφή των βιοχημικών δεικτών του σπέρματος.
Ένα «μέτριο» ή «κακό» σπερμοδιάγραμμα είναι αυτό στο οποίο κάποιες (ή όλες) οι τιμές των βασικών παραμέτρων στο δείγμα του σπέρματος αποδεικνύονται κατώτερες των τιμών αναφοράς. Συγκεκριμένα, όταν ο όγκος του σπέρματος είναι κάτω από 1,5 ml, η συγκέντρωση σπερματοζωαρίων μικρότερη από τα 15 εκατομμύρια σπερματοζωάρια / ml, ο συνολικός αριθμός των σπερματοζωαρίων μικρότερος των 39 εκατομμυρίων και το ποσοστό κινητικότητάς τους μικρότερο του 32%. Η τιμή αναφοράς για τη μορφολογία των σπερματοζωαρίων είναι το 4% (δεν πρέπει, δηλαδή οι ανώμαλες μορφές να υπερβαίνουν το 96%) και για τη ζωτικότητα το 58%.
Όταν οι τιμές των παραμέτρων του σπερμοδιαγράμματος βρίσκονται πάνω απ’ αυτά τα όρια, το σπέρμα θεωρείται φυσιολογικό. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είναι και γόνιμο, ενώ δεν ισχύει αξιωματικά και το αντίστροφο. Ένα σπέρμα του οποίου οι παράμετροι είναι κάτω από τα όρια δεν θεωρείται απαραίτητα μη ικανό να γονιμοποιήσει.
2. Τι κάνω όταν πάρω στα χέρια μου ένα κακό σπερμοδιάγραμμα;
Το σπέρμα είναι ένα πολύ ευαίσθητο και ασταθές γενετικό υλικό, το οποίο επηρεάζεται άμεσα από το έντονο στρες, αλλά και από άλλους εποχικούς ή και στιγμιαίους παράγοντες, όπως ο χώρος στον οποίο γίνεται η δειγματοληψία, οι μέρες αποχής που έχουν προηγηθεί, κάποιες σταγόνες που μπορεί να έπεσαν εκτός του συλλέκτη κατά τη λήψη, το πρόσφατο ιστορικό (ένας πυρετός πχ, ακόμα κι ελαφρύς). Και βέβαια, υπάρχει και η μεταβλητότητα του σπέρματος αυτή καθαυτή – οι εποχιακές αυξομειώσεις που συχνά παρατηρούνται στο σπέρμα ενός δότη μεταξύ των λήψεων.
Ένα σπερμοδιάγραμμα, λοιπόν, δεν αποτυπώνει πάντα την πραγματική εικόνα του σπέρματος. Όπως υπογραμμίζει ο δρ. Χάρης Ασβέστης, ένα δεύτερο σπερμοδιάγραμμα, σε χρονική απόσταση τριών μηνών από το πρώτο, είναι απαραίτητο για ασφαλή διάγνωση, «όπως και η κλινική εξέταση, ο ορμονολογικός και μικροβιολογικός έλεγχος και το υπερηχογράφημα οσχέου».
3. Ποια είναι τα αίτια της ανδρικής υπογονιμότητας;
Οι παράγοντες που μπορούν να προκαλέσουν ή να επιδεινώσουν ένα πρόβλημα υπογονιμότητας στους άνδρες είναι πολλοί και διαφόρων ειδών. «Οι συνηθέστερες αιτίες», εξηγεί ο δρ. Χάρης Ασβέστης είναι «οι λοιμώξεις στα γεννητικά όργανα, η κρυψορχία και οι κακοήθειες -είτε τοπικά στον όρχι είτε αυτές που μπορεί να αφορούν λεμφώματα, οπότε οι χημειοθεραπείες που ακολουθούν μπορεί να καταστρέψουν το σπερματικό επιθήλιο».
Υπάρχουν, επίσης, ορμονολογικά αίτια, όπως οι παθήσεις του θυρεοειδούς και της υπόφυσης, αλλά και πρωτοπαθείς βλάβες στους όρχεις, είτε από παρωτίτιδες είτε από κακώσεις. Πολύ συνηθισμένη είναι και η κιρσοκήλη, η διάταση, δηλαδή, των φλεβών του όρχεως, η οποία αν δεν αντιμετωπιστεί σε νεαρή ηλικία επιφέρει βλάβες οι οποίες σε μεγαλύτερες ηλικίες δεν αποκαθίστανται πλήρως.
Πέρα από τις παθήσεις, τις γενετικές ανωμαλίες, τους τραυματισμούς, τις ασθένειες και τις όποιες παροδικές παθογένειες, το ανθρώπινο σπέρμα επηρεάζεται καθοριστικά και από τον σύγχρονο τρόπο ζωής. «Για την πτώση στους ποιοτικούς δείκτες του σπέρματος ενοχοποιούνται οι χιλιάδες οργανικές ουσίες που μπαίνουν στο σώμα μας είτε μέσω της διατροφής που ακολουθούμε, είτε από τα καλλυντικά και τα είδη καθαρισμού που χρησιμοποιούμε», σημειώνει ο δρ. Ασβέστης.
Επιπλέον, η γονιμότητα επηρεάζεται από την κατανάλωση κάποιων φαρμάκων (για το έλκος, την υπέρταση, την επιληψία και την κατάθλιψη), αλλά και από το αλκοόλ, τα προϊόντα καπνού και τις ναρκωτικές ουσίες. Σοβαρή ζημιά ως και στείρωση προκαλούν οι χημειοθεραπείες και οι ακτινοβολίες στις οποίες υποβάλλονται οι καρκινοπαθείς γι’ αυτό και συνιστάται πριν ξεκινήσει κάποιος μια τέτοια θεραπεία να δώσει σπέρμα το οποίο θα κρυοσυντηρηθεί και θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί μελλοντικά σε κάποια διαδικασία εξωσωματικής γονιμοποίησης.
4. Η κληρονομικότητα παίζει ρόλο;
«Κληρονομική υπογονιμότητα δεν υπάρχει», ξεκαθαρίζει ο δρ. Ασβέστης, «με την έννοια ότι αν ένας πατέρας είχε πρόβλημα να τεκνοποιήσει, τότε πιθανότατα δεν θα έκανε παιδιά, οπότε δεν θα είχε απογόνους για να τους κληροδοτήσει το πρόβλημά του». Σημειώνει, όμως, ότι υπάρχουν γονιδιακές παθήσεις, όπως οι μεταλλάξεις, ο οποίες βέβαια δεν είναι κληρονομικές, αλλά κατατάσσονται στις γενετικές παθήσεις.
Επιπλέον, κάποιες φορές το πρόβλημα δημιουργείται κατά την περίοδο της κύησης, όταν ο άνδρας είναι ακόμα έμβρυο, στη μήτρα της μητέρας του.
«Για παράδειγμα», αναφέρει ο Χάρης Ασβέστης, «έχουμε καταγράψει σε αγόρια που οι μητέρες τους είχαν πάρει φάρμακα στην εγκυμοσύνη με σκοπό να προλάβουν κάποια επαπειλούμενη αποβολή, μεγαλύτερα ποσοστά κρυψορχίας ή υποσπαδία (ανωμαλία, κατά την οποία η δημιουργία της ουρήθρας του πέους κατά την εμβρυϊκή ανάπτυξη είναι ατελής)».
5. Θεραπεύεται η ανδρική υπογονιμότητα;
«Η πρόοδος που έχει σημειωθεί τα τελευταία χρόνια στον τομέα μας είναι τεράστια», σχολιάζει ο δρ. Ασβέστης, «αλλά δεν έχουμε ανακαλύψει θεραπείες για όλες τις παθήσεις και, δυστυχώς, δεν αποκτούν όλα τα ζευγάρια παιδιά. Για κάποια από τα προβλήματα υπάρχουν ιατρικές θεραπείες που αποδίδουν -η χορήγηση ορμονών ή αντιοξειδωτικών- ενώ η κιρσοκήλη αντιμετωπίζεται χειρουργικά. Επίσης, ένα μέτριας ποιότητας σπέρμα -με χαμηλά ποσοστά κινητικότητας πχ- μπορεί να “ισοφαριστεί” από ένα καλής ποιότητας, γόνιμο ωάριο. Κάποιες αδυναμίες του σπέρματος, δηλαδή, “θεραπεύονται” με φυσικό τρόπο από την πλευρά της γυναίκας, αρκεί βέβαια κι εκείνη να είναι υγιής».
Ο γιατρός υπογραμμίζει ότι η γονιμότητα της γυναίκας και η συνολική της υγεία στην αναπαραγωγική διαδικασία, εξαρτώνται κατά βάση από την ηλικία της. «Δυστυχώς, όμως, τα ζευγάρια σήμερα αποφασίζουν να κάνουν παιδιά μετά τα 35 κι αυτό επιτείνει το πρόβλημα».
Σε κάθε περίπτωση, ακόμα κι αν η πάθηση δεν θεραπευθεί ή αν οι δείκτες του σπέρματος δεν βελτιωθούν στα επίπεδα που θα επιτρέπουν μια φυσιολογική σύλληψη, υπάρχει η λύση της τεχνητής γονιμοποίησης. Ο παράγοντας «μέτριο» ή και και «κακό» σπέρμα παρακάμπτεται με την εξωσωματική, αφού λίγα μόλις σπερματοζωάρια είναι αρκετά για τη γονιμοποίηση των ωαρίων στο εργαστήριο.
6. Τι συμβαίνει σε περιπτώσεις αζωοσπερμίας;
Αζωοσπερμία ονομάζεται η απουσία σπερματοζωαρίων από το σπέρμα και διακρίνεται σε αποφρακτική και μη αποφρακτική. Στην αποφρακτική αζωοσπερμία οι όρχεις παράγουν σπερματοζωάρια, αλλά αυτά δεν εμφανίζονται στο σπέρμα κατά την εκσπερμάτιση. Στη μη αποφρακτική αζωοσπερμία οι όρχεις δεν παράγουν καθόλου σπερματοζωάρια εξαιτίας κάποιας πρωτοπαθούς βλάβης. Και στις δύο περιπτώσεις, οι γιατροί μπορούν να προχωρήσουν σε λήψη σπερματοζωαρίων απευθείας από τον όρχι, είτε με αναρρόφηση με βελόνα, είτε με μικροχειρουργική βιοψία των όρχεων.
Οι σύγχρονες χειρουργικές μέθοδοι αυξάνουν την πιθανότητα ανεύρεσης σπερματοζωαρίων και μπορούν να προσφέρουν λύση ακόμα και σε πολύ δύσκολες περιπτώσεις: «Πλέον υπάρχουν μέθοδοι και μικροχειρουργικές λύσεις ακόμα και για άνδρες που μέχρι πρότινος δεν ήταν δυνατό να γονιμοποιήσουν με το δικό τους γενετικό υλικό», επιβεβαιώνει εμφατικά ο Χάρης Ασβέστης.
7. Μπορώ να κάνω κάτι προληπτικά για να προστατεύσω τη γονιμότητα του σπέρματός μου;
Το πρώτο που συμβουλεύει ο δρ Ασβέστης είναι η διακοπή του καπνίσματος και η μείωση της κατανάλωσης αλκοόλ. Και τα δύο επηρεάζουν αρνητικά την ποιότητα του σπέρματος. «Και αποφυγή της μαριχουάνας – ξέρουμε ότι βλάπτει τη σπερματογένεση, αλλά η βλάβη είναι αναστρέψιμη, όταν σταματήσει η χρήση της μαριχουάνας».
Ως προς τη διατροφή, προτείνει μια καθημερινή δίαιτα «πλούσια σε φρούτα, λαχανικά, όσπρια και αμύγδαλα. Και αποφυγή των γαλακτοκομικών με χαμηλά λιπαρά, καθώς και όλων των τροφών με τρανς λιπαρά».
Καλό είναι οι άνδρες να αποφεύγουν τα στενά παντελόνια, τα στενά εσώρουχα, καθώς και τα πολύ ζεστά μπάνια, το τζακούζι και τη σάουνα. Όπως εξηγεί ο γιατρός, «Το όσχεο έχει την ιδιότητα να αυξάνει την επιφάνειά του και να αποβάλει θερμοκρασία όταν έχει ζέστη και να συρρικνώνεται όταν κάνει κρύο. Μ’ αυτόν τον τρόπο διατηρεί μια θερμοκρασία δύο βαθμούς λιγότερο από τα άλλα όργανα, που είναι ιδανική για να γίνει η σπερματογένεση. Οτιδήποτε ανεβάζει τη θερμοκρασία στην περιοχή του οσχέου πρέπει να αποφεύγεται. Τα στενά ρούχα, το λάπτοπ πάνω στα γόνατα την ώρα που καθόμαστε στον καναπέ, ακόμα και η τοποθέτηση του κινητού στην μπροστινή τσέπη του παντελονιού».
8. Συνδέεται η ανδρική υπογονιμότητα με τη στυτική δυσλειτουργία;
Το ότι ένας άνδρας είναι υπογόνιμος δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι αντιμετωπίζει κάποιου είδους σεξουαλική ανικανότητα. Το αντίστροφο, όμως, μπορεί να ισχύει: η στυτική δυσλειτουργία σχετίζεται υπό μια έννοια με την υπογονιμότητα. «Αν ένας άνδρας δεν έχει καλή στύση και δεν καταφέρνει να εισχωρήσει στη σύντροφό του, αυτό αυτομάτως αποτελεί μια αιτία υπογονιμότητας», εξηγεί ο δρ. Ασβέστης.
Στις μέρες μας το ποσοστό των ανδρών που εμφανίζουν μειωμένη σεξουαλική διάθεση, ανικανότητα να διατηρήσουν στύση ή συμπτώματα πρόωρης εκσπερμάτισης είναι υψηλό. Προσεγγίζει το 20% και οφείλεται κυρίως σε ιατρικά αίτια όπως ο διαβήτης, στην κατανάλωση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων και στο στρες.
9. Συνδέεται με άλλες ασθένειες;
Τα τελευταία χρόνια, έρευνες συσχετίζουν την ανδρική υπογονιμότητα με προβλήματα υγείας και συγκεκριμένες παθήσεις, κάποιες μάλιστα αρκετά σοβαρές. «Οι υπογόνιμοι άνδρες είναι πιο πιθανό να εμφανίσουν υπέρταση ή σακχαρώδη διαβήτη ή να υποστούν ένα καρδιαγγειακό επεισόδιο», αναλύει ο δρ. Ασβέστης, προσθέτοντας ότι «οι αζωοσπερμικοί έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης καρκίνου του όρχεως».
Η ιατρική συμβουλή για τους αζωοσπερματικούς άνδρες είναι ότι θα πρέπει να εξετάζονται κάθε χρόνο, είτε κλινικά από κάποιον ουρολόγο / ανδρολόγο, είτε με υπέρηχο. Όλοι όσοι έχουν εντοπίσει κάποιο πρόβλημα υπογονιμότητας καλό θα είναι να μπουν σε ένα πρόγραμμα παρακολούθησης για τη συνολική τους υγεία και να το τηρούν συστηματικά. Ένα ετήσιο τσεκ απ είναι αρκετό, αρκεί να γίνεται κάθε χρόνο.
10. Κάθε πότε πρέπει να κάνει σεξ ένα ζευγάρι που θέλει να τεκνοποιήσει;
«Η κλασική απάντηση και αυτή που δίνουν οι περισσότεροι γυναικολόγοι είναι κάθε δύο μέρες», εξηγεί ο δρ. Ασβέστης. «Και είναι όντως μια καλή συχνότητα, αφού αν αφαιρέσουμε τις μέρες της έμμηνου ρύσης, αντιστοιχεί σε 12 περίπου φορές τον μήνα. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό είναι απλώς ένα νούμερο που προκύπτει με βάση την εικόνα που έχουμε για σπερματοζωάρια και τις λειτουργίες τους από το μικροσκόπιο».
Πιο επίκαιρη απάντηση, ίσως, δίνει μια μελέτη που έγινε στις ΗΠΑ και βασίστηκε στη σεξουαλική δραστηριότητα νεαρών ζευγαριών, φοιτητών σε πανεπιστήμια και κολέγια. «Τα ζευγάρια χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Η μία ομάδα πήρε την οδηγία να κάνει σεξ κάθε δύο μέρες, ενώ τα ζευγάρια της δεύτερης ομάδας μπορούσαν να κάνουν σεξ όποτε είχαν όρεξη. Και στις δύο ομάδες υπήρξαν εγκυμοσύνες, αλλά στατιστικά ήταν περισσότερες στη δεύτερη ομάδα».
Μια αποδεκτή εξήγηση για το συγκεκριμένο αποτέλεσμα είναι το άγχος. Ο υπερπρογραμματισμός των συνευρέσεων μπορεί να προκαλέσει στρες στο ζευγάρι και -τελικά- δυσλειτουργίες και στους δύο συντρόφους. Να επηρεάσει την ωορρηξία της γυναίκας πχ ή την ικανότητα ανταπόκρισης του άνδρα ή και συνολικά τη σεξουαλική ζωή του ζευγαριού.
«Αρκετές φορές, όταν ρωτάμε σχετικά τα υπογόνιμα ζευγάρια, καταγράφουμε χαμηλή συχνότητα επαφών», σχολιάζει ο δρ. Ασβέστης, σημειώνοντας ότι αυτό το γεγονός έχει οδηγήσει κάποιους βιολόγους της αναπαραγωγής να αλλάξουν τον συμβατικό ορισμό της υπογονιμότητας για ένα ζευγάρι που προσπαθεί, αλλά δεν μπορεί να αποκτήσει παιδί. «Μέχρι πρόσφατα εκτιμούσαμε ότι ένας χρόνος ελεύθερων επαφών χωρίς σύλληψη είναι δείγμα υπογονιμότητας. Σήμερα θεωρούμε ότι ένα ζευγάρι έχει εξαντλήσει τις φυσικές του δυνατότητες αν έχει κάνει 400 επαφές και δεν έχει προκύψει σύλληψη. Χρησιμοποιούμε ως όριο τον συγκεκριμένο αριθμό επαφών χωρίς χρονικό περιορισμό».