Η κανονικοποίηση του Ίντερνετ.
Νομίζω ότι η πιο χρήσιμη ιστορία για να καταλάβει κανείς κατά που βαδίζει το Ίντερνετ αυτή την περίοδο είναι εκείνη των αυτοκινητοβιομηχανιών της δεκαετίας του ’60 και του ’70: Οι Ευρωπαίοι ήθελαν να αγοράζουν «ξένα», μη-ευρωπαϊκά αυτοκίνητα, τα οποία κατασκευάζονταν στην Ιαπωνία ή αλλού και έφταναν με πλοία στην Ευρώπη. Το αποτέλεσμα; Όταν οι πωλήσεις τους ξεπέρασαν εκείνες των ευρωπαϊκών, ευρωπαϊκές βιομηχανίες έκλεισαν και δουλειές χάθηκαν. Οι πολίτες παραπονιούνταν, η οικονομία υπέφερε. Τότε το κράτος επενέβη: Ανάγκασε τις «ξένες» αυτοκινητοβιομηχανίες να φτιάξουν εργοστάσια στην Ευρώπη και να πωλούν τα αυτοκίνητά τους μέσω τοπικών αντιπροσωπειών σε κάθε χώρα. Η ισορροπία αποκαταστάθηκε, η κανονικότητα επανήλθε.
Το Ίντερνετ είναι γνωστό σε όλους εδώ και χρόνια ότι απειλεί την ισορροπία κοινωνιών και κρατών. Μπορεί ως εργαλείο οικονομικής και προσωπικής εξέλιξης να είναι καταπληκτικό και να προσφέρει ανήκουστες πριν λίγο καιρό δυνατότητες στον απλό άνθρωπο (να μην ξεχνάμε ότι με τον όρο «παγκοσμιοποίηση» εννοούμε το Ίντερνετ και τίποτα άλλο), όμως αμφισβητεί την, κατά τα τελευταία διακόσια χρόνια τουλάχιστον, κανονικότητα: Δηλαδή, τον κανόνα της εθνικής κυριαρχίας εντός των εθνικών συνόρων.
H απειλή της εθνικής κυριαρχίας
Πως το κάνει αυτό; Με την εξ αποστάσεως παροχή των υπηρεσιών. Το Microsoft Office, το Google Mail, το YouTube, το Facebook, το LinkedIn, το Dropbox πωλούν online απευθείας σε κάθε πολίτη ή επιχείρηση του κόσμου από μακριά, χωρίς την ανάγκη ούτε τοπικών εργοστασίων, ούτε αντιπροσώπων, ούτε γραφείων, ούτε προσωπικού. Ακόμα και η Amazon, εκμεταλλεύεται ένα παγκόσμιο δίκτυο εταιρειών και μεταφορών για να μειώσει τα τοπικά της κόστη – στην ουσία, δηλαδή, να εξαφανίσει την ανάγκη να διατηρεί κατάστημα σε κάθε μια χώρα που διαθέτει τα προϊόντα της.
Με απλά λόγια, μπορεί η Google και η Microsoft να έχουν γραφεία στην Αθήνα, όμως τα τιμολόγιά τους για το YouTube και το Office εκδίδονται προς ελληνικές επιχειρήσεις όχι από αυτά τα γραφεία αλλά από την Ιρλανδία.
Είναι τόσο τραγικό αυτό; Δεν είναι άραγε αυτή η νέα κατάσταση που πρέπει να αποδεχτούμε όλοι;
Για καμιά δεκαριά χρόνια πράγματι εδώ στην Ευρώπη πιστεύαμε ότι αυτό δεν ήταν και τόσο μεγάλο πρόβλημα, ότι αυτή είναι η νέα κατάσταση της παγκοσμιοποίησης (πιθανότατα σε αυτό βοήθησε και η Αμερικανική πειθώ, αφού, μην ξεχνάμε, όλες οι παραπάνω εταιρείες είναι Αμερικανικές). Μάλιστα, το ιρλανδικό μοντέλο της χαριστικής φορολόγησης ώστε να εγκατασταθούν εκεί τα ευρωπαϊκά παραρτήματα των Big Tech εταιρειών σε βάρος όλων των υπόλοιπων ευρωπαϊκών κρατών, αντί για αντι-παράδειγμα έγινε υπόδειγμα προς όλους.
Μετά άρχισαν τα προβλήματα. Όπως αποδείχτηκε, οι οικονομολόγοι, με τη συνήθη τους νεοφιλελεύθερη έπαρση των τελευταίων δεκαετιών, ξέχασαν ότι η οικονομική λύση του ενός είναι το κοινωνικό πρόβλημα του άλλου.
Όταν η υπηρεσία ή η πλατφόρμα παρέχεται από μακριά δεν είναι το τιμολόγιο το μόνο πρόβλημα. Ή, αν προτιμάτε, το τιμολόγιο είναι μόνο η αρχή των προβλημάτων. Μετά λίγο καιρό έρχονται τα πραγματικά δύσκολα προβλήματα: Που αποθηκεύονται τα δεδομένα; Ποιος έχει ευθύνη για ό,τι συμβεί πάνω σε ιντερνετικές πλατφόρμες; Πως αποδίδεται δικαιοσύνη στο ίντερνετ;
Ο ρόλος των εθνικών κρατών
Στον πραγματικό κόσμο και οι τρεις παραπάνω ερωτήσεις έχουν την ίδια απάντηση: Τα εθνικά κράτη. Τα εθνικά κράτη φροντίζουν για τα κρίσιμα δεδομένα των πολιτών τους. Τα εθνικά κράτη εκδίδουν νόμους που αποδίδουν ευθύνες. Τα εθνικά κράτη αποδίδουν δικαιοσύνη, μέσω ενός εθνικού συστήματος δικαστηρίων.
Το Ίντερνετ απείλησε να ανατρέψει όλα τα παραπάνω: Δεδομένα Ελλήνων πολιτών βρίσκονται αποθηκευμένα κάπου στο, παγκόσμιο, σύννεφο (κατά τη βασική επιχειρηματολογία των Big Tech, ούτε οι ίδιοι δεν ξέρουν που ακριβώς). Έλληνες βρίζουν, απειλούν ή και κλέβουν άλλους Έλληνες σε ιντερνετικές πλατφόρμες με έδρα στην Καλιφόρνια. Τα ελληνικά δικαστήρια αδυνατούν να βοηθήσουν ουσιαστικά τον πολίτη.
“Το κράτος αντάλλαξε εθνική κυριαρχία και δέχτηκε μείωση του επιπέδου προστασίας των πολιτών του έναντι innovation centers, data centers και άλλων, αντισταθμιστικών, ωφελημάτων”
Τα εθνικά κράτη για καμιά δεκαριά χρόνια (μην ξεχνάμε ότι το Facebook μόλις έκλεισε τα δεκαπέντε του) παρατηρούσαν αποσβολωμένα αυτή την πρωτοφανή, αφανή αφαίρεση εθνικής κυριαρχίας από το Ίντερνετ. Καθένα τους αντέδρασε σπασμωδικά και σύμφωνα με τις ιδιαίτερες συνθήκες του. Κάποια, όπως η Ιρλανδία, προσπάθησαν συγκυριακά να επωφεληθούν, άλλα (μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα) νόμιζαν ότι έλυσαν το πρόβλημα μέσω «ειδικών συμφωνιών» με την Big Tech, για άνοιγμα πλούσιων γραφείων στην επικράτειά τους (πχ. η Google στο Παρίσι) ή άνοιγμα τοπικών data centers ή οτιδήποτε άλλο.
Καταλήξαμε έτσι να μπερδέψουμε στο Ίντερνετ τους ρόλους του κράτους και της βιομηχανίας. Το κράτος αντάλλαξε εθνική κυριαρχία και δέχτηκε μείωση του επιπέδου προστασίας των πολιτών του έναντι innovation centers, data centers και άλλων, αντισταθμιστικών, ωφελημάτων.
Όπως όμως όλα τα πάρτι της αγοράς, έτσι και αυτό έχει κοντινή ημερομηνία λήξεως. Όπως ακριβώς συνέβη με τις μη-ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες πριν εξήντα χρόνια, έτσι συμβαίνει και τώρα με το Ίντερνετ: το κράτος παίρνει σιγά-σιγά πίσω το ρόλο του και η κανονικότητα επανέρχεται.
Ομολογουμένως ο τρόπος που αυτό συμβαίνει είναι ανορθόδοξος: Αντί να επέμβουν οι φορολογικές και οι οικονομικές κρατικές αρχές, επεμβαίνουν οι αρχές προστασίας του πολίτη. Δεν γνωρίζω ακριβώς γιατί συμβαίνει αυτό – ή, μάλλον, προτιμώ να μην πω δυνατά τι φαντάζομαι.
Δύο είναι σήμερα οι δρόμοι εθνικής κανονικοποίησης του Ίντερνετ. Ο πρώτος αφορά την κυβερνο-ασφάλεια. Ο δεύτερος τα δικαιώματα του πολίτη, ειδικά το δικαίωμα στα προσωπικά του δεδομένα.
Σύμφωνα με την αρχή που πλέον διαμορφώνεται στην κυβερνο-ασφάλεια, τα «κρίσιμα» δεδομένα (όχι όλα) πρέπει να αποθηκεύονται τοπικά, εντός της εδαφικής επικράτειας ενός κράτους (ή, της Ευρώπης, για όλους εμάς). Αυτό μπορεί σε κάποιον τρίτο να ακούγεται αυτονόητο, όμως τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι. Ακόμα και σήμερα η Big Tech προσπαθεί να μας πείσει ότι το data localisation και το data sovereignty είναι κάτι κακό που πρέπει να αποφεύγεται. Όσοι το υποστηρίζουν χαρακτηρίζονται λουδίτες, αντι-φιλελεύθεροι, σκοταδιστές, όλα τα κακά. Όμως σιγά-σιγά η λογική επανέρχεται: Είναι αδιανόητο κρίσιμα δεδομένα πολιτών και υποδομών για τη βασική λειτουργία μιας χώρας και για τη ζωή των πολιτών της να αποθηκεύονται εκτός συνόρων ή, έστω, εκτός Ευρώπης – εκτός δηλαδή του τοπικού ελέγχου του κράτους στο οποίο ανήκουν, ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνολικά.
“Η κανονικοποίηση του Ίντερνετ είναι ένα ευρύτερο φαινόμενο, που περιλαμβάνει την επιστροφή σιγά-σιγά στα παλιά, off-line μοντέλα που η ανθρωπότητα ήδη γνώριζε”
Ομοίως και με τα προσωπικά δεδομένα. Ο, γνωστός σε όλους μας, GDPR (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων) δεν κάνει αποδεκτό το υπερ-τοπικό επιχείρημα του Ίντερνετ: Σύμφωνα με βασικό κανόνα του όλες οι επεξεργασίες προσωπικών δεδομένων που επηρεάζουν με οποιονδήποτε τρόπο Ευρωπαίους πολίτες υπόκεινται στην Ευρωπαϊκή νομοθεσία, ανεξαρτήτως που γίνονται. Η Big Tech οφείλει να συμμορφωθεί – και συμμορφώνεται.
Η κανονικοποίηση του Ίντερνετ για εμένα είναι ένα ευρύτερο φαινόμενο, που περιλαμβάνει την επιστροφή σιγά-σιγά στα παλιά, off-line μοντέλα που η ανθρωπότητα ήδη γνώριζε: Μουσική μπορεί να μην ακούμε πια από CD, πληρώνουμε όμως ένα περίπου CD το μήνα στο Spotify. Ταινίες μπορεί να μην νοικιάζουμε πια από το video club, πληρώνουμε όμως τέσσερις ταινίες το μήνα στο Netflix. Δωρεάν εγκυκλοπαίδεια παρέχει ιντερνετικά η Wikipedia, όμως η Britannica είναι προσβάσιμη μόνο με συνδρομή. Επόμενη στάση οι εφημερίδες και τα περιοδικά, όπου η καθημερινή αγορά από το περίπτερο θα αντικατασταθεί από ηλεκτρονική συνδρομή. Τελικά δηλαδή το Ίντερνετ θα έχει καταφέρει (το τιτάνιο έργο) να φέρει την ανθρωπότητα πιο κοντά – δεν θα έχει αλλάξει όμως τον τρόπο που είχαμε μάθει να πληρώνουμε για τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που καταναλώνουμε.
Το ίδιο και με τα εθνικά κράτη. Στην δεκαετία του ’90 το Ίντερνετ χαιρετίστηκε από hippies, cyberpunks και άλλους ακραίους ως το τέλος του εθνικού κράτους, ως ένα νέο πεδίο απόλυτης ελευθερίας, ασυδοσίας και δεν ξέρω τι άλλο. Για λίγο καιρό φάνηκε ότι θα κέρδιζαν, ανεξαρτήτως αν τους βοήθησαν οι αντίπαλοί τους, δηλαδή η αμερικανική κυβέρνηση και η αμερικανική βιομηχανία (δεν είναι άλλωστε καθόλου ασυνήθιστο τα άκρα να βοηθούν το ένα το άλλο). Τελικά η λογική επικράτησε: Το Ίντερνετ είναι ένα (χρησιμότατο, ανεπανάληπτο) μέσο επικοινωνίας. Τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο. Μπορεί να άλλαξε την ανθρωπότητα για πάντα, όμως οι αλλαγές που επέφερε αφορούν ακριβώς αυτό, την ανθρώπινη επικοινωνία – όχι την ανθρώπινη συγκρότηση.