Σχεδόν τρεις δεκαετίες μετά την ψήφιση του Άρθρου 230, που προστατεύει τις online πλατφόρμες από αγωγές που μπορεί να προκύψουν από τον ελέγχου του περιεχομένου, όλο και περισσότερο αμφισβητείται το πεδίο εφαρμογής του. Τι θα σημάνει μια ενδεχόμενη αναθεώρησή του για εμάς, τις εταιρείες και το Internet;

Η σύλληψη του ιδρυτή του Telegram  Pavel Durov στη Γαλλία στις 24 Αυγούστου προκάλεσε (και εξακολουθεί να προκαλεί) αίσθηση. Οι κατηγορίες που αντιμετωπίζει ο Durov είναι αρκετά βαριές. Συνέργεια στη διανομή υλικού παιδικής πορνογραφίας, παροχή συνδρομής σε εγκληματιaκές οργανώσεις, άρνηση παροχής πληροφοριών στις διωκτικές αρχές. Αν κριθεί ένοχος μπορεί να βρεθεί για πολλά χρόνια στις γαλλικές φυλακές. Σχεδόν ταυτόχρονα η Βραζιλία έκλεισε στους πολίτες της την πρόσβαση στο X λόγω μη συμμόρφωσης της εταιρείας με την υποχρέωση ορισμού νομικού εκπροσώπου στη νοτιομερικανική χώρα. Η σύλληψη του Durov και το «μπλόκο» στο Χ προκάλεσαν ποικίλα σχόλια σχετικά με την προστασία της ελευθερίας του λόγου, τα όριά της, τις νομικές υποχρεώσεις των μεγάλων online υπηρεσιών, το γεωπολιτικό περιβάλλον και το μέλλον του διαδικτύου.  

Μια από τις απόψεις που εκφράστηκε με ποικίλους τρόπους είναι ότι πλατφόρμες όπως το Telegram, όπου ο έλεγχος του περιεχομένου είναι ιδιαίτερα περιορισμένος, οι χρήστες μπορούν να εκφραστούν ελεύθερα και ότι αυτή η ελευθερία είναι σημαντικότερη από την κρατική εξουσία που ερευνά εγκληματικές δραστηριότητες ορισμένων χρηστών. Το είδαμε γραμμένο στην Washington Post, πολύ πιο έντονα στο Cato Institute και επίσης με μια έντονα κριτική διάθεση στο Politico.  Ο ιδιοκτήτης του Χ Elon Musk δεν εξέπληξε με τη δημόσια δήλωση στήριξής του στον Durov, αλλά μία κάποια έκπληξη προκλήθηκε μετά την ανάλογη δήλωση του Edward Snowden, δεδομένου ότι ο πρώην εργολάβος των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών διαμένει στη Ρωσία, η οποία διατηρεί μία μάλλον ταραχώδη σχέση με τον δημιουργό του Telegram.

Στον αντίποδα, διαβάζουμε στον Guardian ότι ο Durov είναι ο πρώτος διευθύνων σύμβουλος τεχνολογικής εταιρείας που καλείται να αναλάβει τις ευθύνες των πράξεών του, ενώ άλλοι αμφισβητούν το κατά πόσο η σύλληψη του Durov σχετίζεται με την ελευθερία του λόγου. Υπάρχει επίσης η άποψη ότι η Γαλλία το παράκανε, ενώ η Le Monde υποστηρίζει ότι η σύλληψη του επικεφαλής του Telegram συνιστά υπεράσπιση του κράτους δικαίου και όχι περιορισμό στην ελευθερία της έκφρασης.

Ουσιαστικά η συζήτηση επιστρέφει σε ένα παλιό θέμα – ποια ευθύνη έχουν οι πλατφόρμες για το περιεχόμενο που αναρτούν σε αυτές οι χρήστες τους;

Ο λύκος που «έφτιαξε» το Internet

Το όνομα Jordan Belfort  μπορεί να μη θυμίζει πολλά πράγματα. Μεσουράνησε ως χρηματιστής στη δεκαετία του 1990 με τη χρηματιστηριακή εταιρεία Stratton Oakmont  που ο ίδιος είχε ιδρύσει. Όπως αποδείχθηκε αργότερα εξαπάτησε πελάτες του, ενώ ενεπλάκη σε πράξεις χειραγώγησης της αγοράς. Έκανε το χρέος του στην κοινωνία μένοντας 22 μήνες στη φυλακή και αργότερα έγραψε ένα βιβλίο για τη ζωή του στο οποίο έδωσε τον τίτλο Ο Λύκος της Wall Street”. Το βιβλίο έγινε ταινία με τον Leonardo diCaprio στον κεντρικό ρόλο, αλλά δεν είναι το βιβλίο ή η ταινία το θέμα μας. Το 1995 σε ένα από τα φόρουμ της διαδικτυακής εταιρείας Prodigy (σ.σ. στη δεκαετία του ’90 οι εταιρείες πρόσβασης στο διαδίκτυο λειτουργούσαν διάφορες υπηρεσίες όπως online φόρουμ μέσω των οποίων οι χρήστες επικοινωνούσαν με ανταλλαγή μηνυμάτων) δημοσιεύθηκαν μηνύματα που ανέφεραν ότι η εταιρεία του Belfort ήταν μια «σέχτα χρηματιστών που ή λένε ψέματα για να βγάλουν το προς το ζειν ή απολύονται».

Η Stratton Oakmont μήνυσε την Prodigy με την κατηγορία της συκοφαντίας και η υπόθεση έφτασε στο Ανώτατο Δικαστήριο της Νέας Υόρκης, που έκρινε ότι η Prodigy είχε ευθύνη για τα σχόλια που είχε δημοσιεύσει ο συνδρομητής της. Η απόφαση προκάλεσε ανατριχίλα στις εταιρείες του νέου, τότε, διαδικτύου. Στα μέσα της δεκαετίας του ’90 δεν υπήρχαν social media, η Microsoft μόλις είχε «ανακαλύψει» το διαδίκτυο, Google και Amazon δεν υπήρχαν και ο συνολικός αριθμός των χρηστών παγκοσμίως ήταν μόλις 40 εκατ. άνθρωποι, εκ των οποίων 25 εκατ. ήταν στις ΗΠΑ. Οι πιέσεις προς τους νομοθέτες απέδωσαν καρπούς, αν και γλυκόπικρους. Έναν χρόνο μετά, η διαδικτυακή κοινότητα ξεσηκώθηκε μεν για ορισμένες διατάξεις του Νόμου για την Ευπρέπεια στις Επικοινωνίες αλλά είδε με ικανοποίηση τη διακομματική υπερψήφιση του Άρθρου 230 που υψώνει τείχος νομικής προστασίας των εταιρειών για ενέργειες των πελατών τους.

Το Άρθρο 230 έχει περιγραφεί ως οι «26 λέξεις που δημιούργησαν το Internet» για την πρώτη του παράγραφο:

“No provider or user of an interactive computer service shall be treated as the publisher or speaker of any information provided by another information content provider.”

Σε ελεύθερη μετάφραση:

Ο πάροχος ή χρήστης μιας online υπηρεσίας δεν θα αντιμετωπίζεται ως εκδότης ή εκπρόσωπος για κάθε πληροφορία που παρέχεται από άλλον πάροχο πληροφορίας.

Υπάρχει άλλη μία παράγραφος στο ίδιο άρθρο που προβλέπει ότι οι εταιρείες λαμβάνουν μέτρα για την προστασία των παιδιών, ωστόσο η πρώτη παράγραφος έχει κλέψει τη δόξα, καθώς θεωρείται ως το θεμέλιο για την ανάπτυξη των υπηρεσιών που γνωρίζουμε σήμερα. Με μια διάθεση υπερβολής, ο Λύκος της Wall Street «έφτιαξε» το Internet κατ’ αναλογία του τρόπου με τον οποίο κάποιοι (κανονικοί) λύκοι έφτιαξαν ένα ποτάμι.

Σε έναν κόσμο χωρίς το Άρθρο 230, εταιρείες όπως η Alphabet, η Meta ή η Amazon θα ήταν νομικά υπόλογες για κάθε ανάρτηση, κάθε σχόλιο, κάθε κριτική που ανεβαίνει σε μια σελίδα προϊόντος ή υπηρεσίας. Σε έναν κόσμο όπου οι εταιρείες τεχνολογίας θα είχαν περισσότερους νομικούς από μηχανικούς αυτό θα ήταν μάλλον αντιπαραγωγικό.

Φωνές που ζητούν αλλαγή, φωνές που δεν ζητούν αλλαγή

Η γιγάντωση του online κόσμου την τελευταία 20ετία προκαλεί όμως ανάγκες για επανεξέταση του νομικού πλαισίου, αφού στο μεταξύ προέκυψαν ενδιαφέροντα ερωτήματα.

Για παράδειγμα, ποιες είναι οι νομικές υποχρεώσεις του Facebook ή του Twitter στην υπόθεση της Cambridge Analytica το 2016 ή των ταραχών στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021 αντίστοιχα; Υπάρχει ελευθερία του λόγου εδώ; Για τους Αμερικανούς τα πράγματα είναι σαφή, με την ελευθερία της έκφρασης να προστατεύεται από την Πρώτη Τροπολογία του Συντάγματος. Οργανώσεις με κοινωνικά φιλελεύθερο προσανατολισμό, υπερασπίζονται με θέρμη το Άρθρο 230. Χωρίς το Άρθρο 230 τα websites και οι υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο θα ήταν ακριβότερες, θα λειτουργούσαν λιγότερο αποτελεσματικά και θα είχαν κίνητρα να λογοκρίνουν περιεχόμενο, υποστηρίζει η Electronic Frontier Foundation.

Στον αντίποδα, το Harvard Business Review μιλάει για ανάγκη αναθεώρησης, επισημαίνοντας ότι σε μία (τουλάχιστον) περίπτωση η Δικαιοσύνη έθεσε όρια. Ήταν το Ανώτατο Δικαστήριο του Τέξας που έκρινε ότι το Facebook δεν προστατεύεται από τις προστατευτικές διατάξεις του άρθρου όταν υπάρχουν στην πλατφόρμα του απόπειρες εμπορίας ανθρώπων και ότι το διαδίκτυο δεν μπορεί να λειτουργεί ως μια άνομη περιοχή που δεν ανήκει σε κανέναν. «Το να καθιστάς τις διαδικτυακές πλατφόρμες υπεύθυνες για τα λόγια ή τις πράξεις των χρηστών τους είναι ένα πράγμα (…)  Το να τις καθιστάς υπεύθυνες για τις παραλείψεις τους είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την εμπορία ανθρώπων», έγραψε το δικαστήριο στο σκεπτικό του.

Φυσικά, η αμερικανική νομοθεσία δεν είναι η μόνη που ορίζει τι μπορεί και τι δεν μπορεί να γίνει στο διαδίκτυο. Υπάρχει το ευρωπαϊκό πλαίσιο όπως ορίζεται από τον Γενικό Κανονισμό Προστασίας Δεδομένων, την Πράξη για τις Ψηφιακές Αγορές, την Πράξη για τις Ψηφιακές Υπηρεσίες και -λίγο πιο πρόσφατα- την Πράξη για την Τεχνητή Νοημοσύνη. Υπάρχει το διεθνές πλαίσιο όπως η Σύμβαση της Βουδαπέστης για το έγκλημα στον κυβερνοχώρο, όμως κανένα από τα κείμενα αυτά δεν έχει παίξει (έως σήμερα) τον ρόλο του Άρθρου 230.

Μία αλλαγή του άρθρου που θα καθιστά τις εταιρείες υπόλογες για παραλείψεις τους είναι πιθανό να οδηγήσει σε τεκτονικές αλλαγές. Οι υπέρμαχοι της αναθεώρησης σημειώνουν ότι με βάση την αμερικανική νομοθεσία, ο μπάρμαν ενδέχεται να είναι νομικά υπεύθυνος αν ένας μεθυσμένος πελάτης του προκαλέσει τροχαίο ατύχημα. Κατ’ αναλογία, το εκάστοτε κοινωνικό δίκτυο μπορεί, τελικά, να είναι νομικά υπεύθυνο όταν επιτρέπει να διακινούνται θεωρίες συνωμοσίας για ένα εκλογικό αποτέλεσμα ή δεν κάνει ό,τι είναι δυνατό για να παρεμποδίσει την ανάρτηση υλικού παιδικής πορνογραφίας στις σελίδες του.

Και το Telegram; Ελευθερία του λόγου δεν σημαίνει να φωνάζεις για πλάκα «φωτιά!» μέσα σε ένα θέατρο γεμάτο κόσμο και μάλλον όλοι συμφωνούμε ότι δεν μπορείς να επικαλεστείς την ελευθερία της έκφρασης όταν χρησιμοποιείς τα κοινωνικά δίκτυα για πράξεις όπως το trafficking.

Οι αντίθετες απόψεις υποστηρίζουν ότι μία αναθεώρηση του Άρθρου 230 θα περιορίσει τον ανταγωνισμό και θα λειτουργήσει υπέρ των μεγάλων εταιρειών τεχνολογίας που έχουν τους πόρους για να αντεπεξέλθουν σε κάθε νομική απαίτηση. Αν ισχύει αυτή η θεώρηση, τότε κάθε προσπάθεια ρύθμισης του σημερινού online περιβάλλοντος είναι καταδικασμένη σε αποτυχία και η μόνη ίσως λύση που υπάρχει είναι η ενεργοποίηση ενός άλλου κεφαλαίου της αμερικανικής νομοθεσίας – της αντιμονοπωλιακής.

Η σύλληψη του Durov και η απαγόρευση λειτουργίας του Χ στη Βραζιλία δείχνουν (για άλλη μια φορά) ότι η εποχή του ενιαίου διαδικτύου βρίσκεται πίσω μας.  Άλλωστε οι διαφορετικές ερμηνείες στο τι είναι ελευθερία έκφρασης και στο τι μπορεί να βλέπει ένας πολίτης έχουν ήδη οδηγήσει σε διαφοροποιήσεις τις οποίες έχουμε συνηθίσει – άλλο Internet βλέπει ο πολίτης της Κίνας και άλλο εμείς. Σίγουρα όμως η εξέλιξη του Άρθρου 230 μπορεί να επηρεάσει τις online συνήθειες και συμπεριφορές μας σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι νομίζουμε και για αυτό κάθε αλλαγή στις συγκεκριμένες 26 λέξεις έχουν σημασία…