Η επόμενη επισιτιστική κρίση ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής. 

Τον Μάιο του 1543 ο Καστιγιάνος εξερευνητής Φρανθίσκο ντε Ορεγιάνα επέστρεψε στην Ισπανία από τον Νέο Κόσμο έχοντας μόλις ολοκληρώσει ένα από τα πιο συναρπαστικά, επικίνδυνα και σημαντικά ταξίδια στην ιστορία της ανθρωπότητας: Εντελώς τυχαία, στο πλαίσιο μιας άσχετης αποστολής που του είχε αναθέσει ο κυβερνήτης του Κίτο, Γκονζάλο Πιζάρο, είχε γίνει ο πρώτος άνθρωπος που διέπλευσε τον Αμαζόνιο σε ολόκληρο το μήκος του. Αυτός, μάλιστα, βάφτισε και τον ποταμό όπως τον ξέρουμε σήμερα: «Αμαζόνιος», από τις μυθολογικές Αμαζόνες, επειδή στις όχθες του κατοικούσαν φυλές οι γυναίκες των οποίων πολεμούσαν ισότιμα δίπλα στους άνδρες τους. 

Μία από τις πιο ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις που καταγράφηκαν στα πρακτικά εκείνης της αποστολής ήταν η ύπαρξη αγροτοκαλλιεργειών μεγάλης κλίμακας στην περιοχή. Σύμφωνα με τον Ορεγιάνα, οι πληθυσμοί των κοινοτήτων της Αμαζονίας ήταν πολυάριθμοι και ζούσαν κυρίως από τη γεωργία και δευτερευόντως από το κυνήγι και το ψάρεμα. Όπως οι περισσότεροι κονκισταδόρες, ο Ορεγιάνα συμπεριέλαβε στις αφηγήσεις του φοβερές υπερβολές, θρύλους και δοξασίες. Επιπλέον, πέθανε νέος (κατά τη διάρκεια της αμέσως επόμενης αποστολής του) κι ενώ είχε ήδη χάσει την εύνοια του αυτοκράτορα Καρόλου Α’. Όλα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα τα απομνημονεύματά του να μην εκδοθούν για τουλάχιστον δύο αιώνες και όταν πλέον βγήκαν στο φως, να αντιμετωπιστούν με μεγάλη καχυποψία από τους πρώτους μελετητές τους. 


Το επικό φιλμ «Αγκίρε, η Μάστιγα του Θεού» του Βέρνερ Χέρτζογκ (1972) είναι βασισμένο στη βιογραφία και τις εξερευνήσεις του Φρανθίσκο ντε Ορεγιάνα. 

Εν τω μεταξύ, μέσα σε λιγότερα από 100 χρόνια από εκείνον τον παρθενικό διάπλου, το 90% του πληθυσμού των φυλών της Αμαζονίας είχε αφανιστεί από τις ασθένειες που έφεραν στη νέα ήπειρο οι Ευρωπαίοι. Οι πόλεις των αυτοχθόνων ερήμωσαν, οι καλλιέργειές τους εγκαταλείφθηκαν και πολύ σύντομα η ζούγκλα σκέπασε τα πάντα. Οι μεταγενέστεροι εξερευνητές και περιηγητές του Αμαζονίου συνάντησαν ελάχιστες φυλές. Λιγοστούς ιθαγενείς  που είχαν επιστρέψει στο κυνήγι και στη συλλογή καρπών και κρύβονταν στο τροπικό δάσος, το οποίο έκτοτε καταγράφηκε στη συλλογική συνείδηση ως παρθένο, ανέγγιχτο από την ανθρώπινη δραστηριότητα. 

Σήμερα, όμως, που ο Αμαζόνιος αποδασώνεται με εγκληματικούς ρυθμούς, οι επιστήμονες ανακαλύπτουν στο έδαφος της ξηλωμένης ζούγκλας ίχνη από καλλιέργειες και στα αρχαία ιζήματα στις όχθες του ποταμού μεγάλες ποσότητες χορτολιβαδικών φυτών. Αυτά τα ευρήματα δικαιώνουν τον Φρανθίσκο ντε Ορεγιάνα, ο οποίος αποδείχθηκε έντιμος στην καταγραφή του: το τροπικό δάσος του Αμαζονίου δεν ήταν ούτε παρθένο ούτε ανέγγιχτο. Οι άνθρωποι που ζούσαν για σχεδόν 11.000 χρόνια στις περιοχές που διασχίζει ο ποταμός (υπολογίζεται ότι στα μισά του 16ου αιώνα ήταν περισσότεροι από πέντε εκατομμύρια) το εκμεταλλεύονταν και το διαμόρφωναν ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες τους. Εκεί καλλιεργούνταν συστηματικά τουλάχιστον 80 διαφορετικοί καρποί, όταν στην Ευρώπη οι επίσημες καλλιέργειες ήταν λιγότερες από δέκα. Την εποχή του ταξιδιού του Ορεγιάνα, μεγάλες εκτάσεις της ζούγκλας είχαν μετατραπεί σε χωράφια και ακόμα μεγαλύτερες ήταν πρώην χωράφια που μετά την εγκατάλειψή τους είχαν γίνει σαβάνα, με ποώδη και θαμνώδη βλάστηση. 


Το ντοκιμαντέρ του BBC «Unnatural Histories: Untouched Amazon», που καταρρίπτει τον μύθο του «παρθένου» Αμαζονίου. 

Η ισπανική κατάκτηση είναι ίσως η μοναδική ιστορική συγκυρία κατά την οποία μια βίαιη ανθρώπινη παρέμβαση κατέληξε στη δημιουργία ενός οικοσυστήματος πιο πλούσιου και πιο ευφορικού απ’ αυτό που προϋπήρχε στην περιοχή της παρέμβασης. Το τροπικό δάσος του Αμαζονίου εξαπλώθηκε, γιγαντώθηκε και αποτελεί μέχρι σήμερα το βασικό φίλτρο οξυγόνου του πλανήτη, επειδή ανακατέλαβε τις ανθρώπινες καλλιέργειες. Εντελώς ειρωνικά, πέντε αιώνες μετά από εκείνη την ανακατάληψη, το δάσος αφανίζεται επειδή οι ανθρώπινες καλλιέργειες επεκτείνονται ιμπεριαλιστικά σε βάρος του. 

“Το 2018, το 17% του τροπικού δάσους του Αμαζονίου είχε ήδη καταστραφεί. Όταν η καταστροφή αγγίξει το 25%, το οικοσύστημα θα αποχαρακτηριστεί.”

Τυπικά, δεν θα μπορούμε πλέον να μιλάμε για τροπικό δάσος, αλλά για σαβάνα ή για κάποιο άλλο, υποβαθμισμένο μη δασικό οικοσύστημα. Σε συντριπτικό ποσοστό (άνω του 90%), το δάσος καταστρέφεται για να αυξηθούν οι φυτείες της σόγιας και οι καλλιέργειες φυτικών ζωοτροφών και για να δημιουργηθούν νέοι βοσκότοποι για τα βοοειδή. Υπάρχουν, φυσικά, οι εξορύξεις, υπάρχουν και οι πυρκαγιές, αλλά κατά βάση σκοτώνουμε τον Αμαζόνιο για να μπορούμε να τρώμε. Εννοείται ότι αυτό που κάνουμε είναι εντελώς παράλογο: Προσπαθούμε να διασφαλίσουμε κάτι απαραίτητο όπως το φαγητό, σε βάρος του εξίσου απαραίτητου (και σίγουρα δυσαναπλήρωτου) οξυγόνου. 

Αυτός ο παραλογισμός δεν είναι σημερινό φαινόμενο. Εδώ και τουλάχιστον μισό αιώνα η σχέση μας με την τροφή είναι διαστροφική και αυτοκαταστροφική. Ο τρόπος με τον οποίο παράγουμε, καταναλώνουμε και σπαταλάμε τρόφιμα επιβαρύνει το περιβάλλον και συμβάλλει καθοριστικά στην επιδείνωση της κλιματικής κρίσης, ενώ ταυτόχρονα η κλιματική κρίση φέρνει κάθε χρόνο όλο και περισσότερα εκατομμύρια ανθρώπους αντιμέτωπους με το φάσμα της πείνας, οδηγώντας συνολικά την ανθρωπότητα στο κατώφλι μιας παγκόσμιας επισιτιστικής κρίσης. 

Αν θέλουμε κάπως να εικονοποιήσουμε αυτήν την ολέθρια διασύνδεση της επισιτιστικής αλυσίδας με το περιβάλλον, θα πρέπει να φανταστούμε ένα τέρας με δύο ουρές και δύο κεφάλια που αλληλοσπαράσσονται. Τα δυνατά τους σαγόνια έχουν ήδη ανοίξει πληγές στο σώμα του τέρατος, το οποίο αιμορραγεί σε διάφορα σημεία. Αν συνεχίσουν έτσι, είναι σίγουρο ότι κάποια από τις επόμενες δαγκωματιές θα αποδειχθεί θανάσιμη. Το τέρας, φυσικά, είμαστε εμείς. Οι άνθρωποι. 

Κανιβαλίζοντας τη Γη 

Ό,τι συμβαίνει στον Αμαζόνιο συμβαίνει κατ’ αναλογία και στον υπόλοιπο πλανήτη. Η γεωργία ευθύνεται σήμερα για το ένα τέταρτο του συνόλου των εκπεμπόμενων αερίων θερμοκηπίου παγκοσμίως, με τις μονοκαλλιέργειες μεγάλης κλίμακας να είναι αποκλειστικά υπεύθυνες για το 10% των εκπομπών. Παράλληλα, το υπερεντατικό όργωμα και η κατάχρηση βαρέων χημικών λιπασμάτων υποβαθμίζει τα εδάφη του πλανήτη, απελευθερώνοντας τεράστιες ποσότητες διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. 

Από το σύνολο της γεωργικής γης, σχεδόν το 60% χρησιμοποιείται για την παραγωγή ενός και μόνο διατροφικού προϊόντος: του βόειου κρέατος. Η ανάγκη για νέους βοσκότοπους και για περισσότερες καλλιέργειες ζωοτροφών για τα βοοειδή είναι σήμερα η βασική αιτία αποψίλωσης των δασών. Ο συνολικός δε αντίκτυπος της συγκεκριμένης βιομηχανίας στο κλίμα είναι ασύλληπτος – η παραγωγή ενός κιλού βόειου κρέατος συνεπάγεται εκπομπές ρύπων που ισοδυναμούν με μια υπερατλαντική πτήση μετ’ επιστροφής. 


Ο πίνακας συγκρίνει τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου / ανά κιλό παραγωγής κάποιων βασικών τροφίμων. Στην κορυφή, φυσικά, το βόειο κρέας (Πηγή: Our World in Data). 

Μερικά ακόμα αφύσικα νούμερα για το κρέας που καταναλώνουμε χωρίς τύψεις και με απόλυτη φυσικότητα: 

  • Σε παγκόσμια κλίμακα, η βιομηχανία παραγωγής βόειου κρέατος εκπέμπει όσους περίπου ρύπους εκπέμπει και η Ινδία. Στο πιάτο μας, μια μοσχαρίσια μπριζόλα 225 γραμμαρίων που παράγεται στην Ευρώπη κοστίζει στην ατμόσφαιρα 10 χιλιόγραμμα αερίων θερμοκηπίου, την ώρα που ολόκληρη η ημερήσια δίαιτα ενός κατοίκου του πλανήτη απελευθερώνει 6 χιλιόγραμμα CO2e. 
  • Η ίδια μπριζόλα απαιτεί για την παραγωγή της 20 φορές περισσότερη καλλιεργήσιμη γη απ’ ό,τι ένα γεύμα με φασόλια που περιέχει αντίστοιχη ποσότητα πρωτεΐνης. 
  • Μια γενναία μείωση της κατανάλωσης βοδινού κρέατος και η αντικατάστασή του από άλλα κρέατα ή φυτικές πρωτεΐνες, θα συνέβαλε στη μείωση ως και 20% των καθαρών εκπομπών αερίου ετησίως (η ατμόσφαιρα θα απαλλασσόταν από οκτώ γιγατόνους διοξειδίου του άνθρακα). 
  • Σε βάθος λίγων μόλις δεκαετιών, η μειωμένη κατανάλωση βοδινού κρέατος θα μπορούσε να απελευθερώσει περισσότερα από δέκα εκατομμύρια τετραγωνικά μίλια γης, μια έκταση, δηλαδή, ίση με το άθροισμα της επιφάνειας που καταλαμβάνουν οι ΗΠΑ, ο Καναδάς και η Κίνα. 

Τα στοιχεία προκαλούν δέος σε όποιον τα διαβάζει σε κάποιο σχετικό άρθρο ή στις εκθέσεις του ΟΗΕ, αλλά το πρόβλημα -ή τουλάχιστον ένα από τα προβλήματα- είναι ότι κανείς δεν σκέφτεται τα στοιχεία όταν ψωνίζει μια ζουμερή μπριζόλα από το σούπερ μάρκετ. Όπως πολύ εύστοχα διατύπωσε ο Οργανισμός Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO) σε προ πενταετίας μελέτη του για τη βιωσιμότητα της γεωργίας, «είναι πολύ ανησυχητική η αποσύνδεση της εμπορικής τιμής ενός τροφίμου από το συνολικό κόστος της παραγωγής του. Τροφές που επιβαρύνουν σημαντικά το περιβάλλον με εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, με μόλυνση του υδροφόρου ορίζοντα, με ατμοσφαιρική ρύπανση ή και με την καταστροφή ολόκληρων οικοσυστημάτων, φτάνουν στον καταναλωτή σε τιμές πολύ χαμηλότερες από αντίστοιχα προϊόντα που έχουν παραχθεί με βιώσιμες μεθόδους». 


Ο παγκόσμιος χάρτης εκπομπών αερίων θερμοκηπίου για την παραγωγή φαγητού το 2015 (Πηγή: Our World in Data). 

Παρότι στην COP26, στην πρόσφατη Διάσκεψη της Γλασκώβης για το κλίμα, οι ηγέτες του πλανήτη συμφώνησαν ότι η στροφή σε βιώσιμα συστήματα παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης τροφίμων είναι απαραίτητη, δεν υπήρξαν συγκεκριμένες και άμεσα εφαρμοστέες αποφάσεις σχετικά με τη βιομηχανία του κρέατος. Σύμφωνα, όμως, με την Άλις Ράβενκροφτ, εκπρόσωπο του διεθνούς Ινστιτούτου Καλών Τροφών (GFI), ο στόχος του περιορισμού της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη στον 1.5ºC είναι αδύνατο να επιτευχθεί χωρίς «γρήγορες και ριζικές αλλαγές στα διατροφικά συστήματα και -ειδικότερα- στην παραγωγή του κρέατος. Οι κυβερνήσεις θα πρέπει να πάρουν πρωτοβουλίες ανάλογες αυτές που υιοθέτησαν στον τομέα της ενέργειας και να επενδύσουν χρήματα στην έρευνα και την ανάπτυξη εναλλακτικών και βιώσιμων πηγών πρωτεΐνης». 

Αργά ή γρήγορα, λοιπόν, θα μάθουμε να τρώμε λιγότερο κρέας για χάρη του πλανήτη. Κάποιοι το κάνουν ήδη, πολύ συνειδητά (ο βιγκανισμός είναι ίσως το πιο δυναμικό διατροφικό trend της εποχής μας), αλλά οι περισσότεροι θα αναγκαστούμε να το περιορίσουμε όταν η αναπόφευκτη μείωση της παραγωγής κρέατος σε παγκόσμια κλίμακα θα εκτοξεύσει την τιμή του και θα το καταστήσει δυσπρόσιτο για τους πολλούς. «Είναι δεδομένο ότι μέσα στις επόμενες δεκαετίες το κρέας θα γίνει είδος διατροφικής πολυτέλειας», εκτιμά η Μονίκ Ράατς, διευθύντρια του Κέντρου Υγείας, Διατροφής και Καταναλωτικής Συμπεριφοράς του πανεπιστημίου του Σάρεϊ. Ο Πίτερ Αλεξάντερ, ερευνητής στον τομέα της γεωργικής παραγωγής στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, την επιβεβαιώνει, προβλέποντας ότι σύντομα οι κυβερνήσεις των κρατών του δυτικού κόσμου θα αυξήσουν τη φορολόγηση του βόειου κρέατος «σε επίπεδα ανάλογα με αυτά της ζάχαρης». Όπως εξηγεί, «η τιμή αγοράς των ζωϊκών προϊόντων θα πρέπει να αντανακλά το περιβαλλοντικό κόστος της παραγωγής τους». 

Ο κ. Αλεξάντερ προβλέπει και κάτι ακόμα: «Στο μέλλον, η κατανάλωση κρέατος θα αντιμετωπίζεται ως αντικοινωνική συμπεριφορά και οι κρεατοφάγοι θα περιθωριοποιούνται και θα στιγματίζονται, όπως συμβαίνει σήμερα με τους καπνιστές». Ακούγεται μακρινό και εξεζητημένο, αλλά μπορεί να να μην είναι και τόσο. Η περιγραφή του απόβλητου κρεατοφάγου που αυτήν τη στιγμή μοιάζει με εικόνα βγαλμένη από το Φανταστικό Εγχειρίδιο του Σωστού Χίπστερ, στοιχειώνει ήδη τους εφιάλτες κάποιων συνωμοσιολόγων. Μια γρήγορη ματιά στα σόσιαλ μίντια και στα σχόλια που συνοδεύουν τυχαία άρθρα για βίγκαν κεφτέδες, φυτικά μπιφτέκια και μπριζόλες από εναλλακτικές μορφές πρωτεΐνης, αποκαλύπτει ότι οι μόνιμοι αρνητές της λογικής έχουν ήδη εντοπίσει το πεδίο της επόμενης μάχης τους. Σύντομα θα σταθούν απέναντι στους εκπροσώπους της Νέας Τάξης Πραγμάτων για να τους αποτρέψουν από τη διαμόρφωση ενός κόσμου στον οποίο η ελίτ θα απολαμβάνει γεύματα με κανονικά τρόφιμα (και σίγουρα με μπόλικο κανονικό κρέας), ενώ τα δισεκατομμύρια των προλετάριων θα μηρυκάζουν πόες και σκόνες πρωτεΐνης από αλεσμένα έντομα. Στη δική τους ατζέντα οι βίγκαν, οι περιβαλλοντολόγοι και οι οικολόγοι ακτιβιστές έχουν ήδη καταγραφεί ως χρήσιμοι ηλίθιοι που στρώνουν το τραπέζι για να σερβιριστεί ο επόμενος μεγάλος κοινωνικός διχασμός.    

Πριν τους διαγράψουμε εντελώς από τη συζήτηση ως ψεκασμένους, ας τους αναγνωρίσουμε ότι ενστικτωδώς έχουν εντοπίσει την ηθική διάσταση ενός σοβαρού προβλήματος που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα στο άμεσο μέλλον: Η επισιτιστική κρίση που πιθανότατα θα προκληθεί λόγω της κλιματικής κρίσης θα έχει ξεκάθαρα ταξικά χαρακτηριστικά. 

Άνθρωποι και σκουλήκια 

Αναλυτές όπως ο Τιμ Γκορ του Ινστιτούτου Περιβαλλοντικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προειδοποιούν ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι άνθρωποι θα βιώσουν την κλιματική αλλαγή «μέσω της επίδρασης που θα έχει στο φαγητό τους: στο τι τρώνε, στο τι πληρώνουν γι’ αυτό, στο πόσο εύκολα θα το βρίσκουν και στο εύρος των επιλογών που θα έχουν στη διάθεσή τους». Σύμφωνα με τις σημειώσεις του Ντέιβιντ Γουάλας Γουέλς στην «Ακατοίκητη Γη» (κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο, σε μετάφραση του Κωστή Πανσέληνου), οι επιστήμονες έχουν υπολογίσει ότι κάθε βαθμός αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση της απόδοσης των βασικών σιτηρών κατά περίπου 10%. 

Χωρίς περιστροφές, στην τελευταία έκθεση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC), υπογραμμίζεται ότι η αύξηση της θερμοκρασίας κατά δύο βαθμούς Κελσίου «είναι πιθανό να προκαλέσει διαρκείς διαταραχές στην παροχή τροφίμων παγκοσμίως». Στην ίδια έκθεση εκφράζεται η βεβαιότητα ότι η αλλαγή του κλίματος θα οδηγήσει στην ποσοτική αύξηση της πείνας, στον ποιοτικό υποσιτισμό και στην υπανάπτυξη των παιδιών, ενώ θα επιφέρει και σοβαρές επιπτώσεις στην παγκόσμια πολιτική σταθερότητα – πληθυσμοί που θα πάψουν να έχουν πρόσβαση σε βασικά είδη διατροφής θα οδηγηθούν σε μαζικές μεταναστεύσεις. 

Οι παραπάνω προτάσεις περιέχουν πολλά «θα» που ίσως δημιουργούν την εντύπωση ότι η κρίση είναι κάτι μακρινό κι εσχατολογικό. Η σκληρή αλήθεια, όμως, είναι ότι η κρίση έχει ήδη ξεκινήσει. Σε χώρες όπως η Γουατεμάλα και η Σομαλία, άνθρωποι αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να μεταναστεύσουν επειδή τα χωράφια τους δεν είναι πλέον βιώσιμα.

“Σχεδόν 800 εκατομμύρια άνθρωποι αντιμετώπισαν το φάσμα της πείνας μέσα στο 2020, ενώ 2.37 δισεκατομμύρια (ο ένας στους τρεις κατοίκους του πλανήτη μας, δηλαδή) βιώνουν σήμερα επισιτιστική ανασφάλεια.”

Στις 16/10/2021, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Τροφίμων, ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες επισήμανε στο μήνυμά του ότι «σήμερα σχεδόν το 40% της ανθρωπότητας, περίπου τρία δισεκατομμύρια άνθρωποι, δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να τρέφονται υγιεινά. Καθώς η πείνα και ο υποσιτισμός αυξάνονται, οι οικονομικές επιπτώσεις της Covid-19 έχουν πολλαπλασιάσει κατά 140 εκατομμύρια τους ανθρώπους που δεν έχουν πρόσβαση στην τροφή που χρειάζονται». 


Ο αριθμός των ανθρώπων που έζησαν κάτω από το όριο της πείνας από το 2005 ως το 2020 και η γεωγραφική τους κατανομή (Πηγή: FAO). 

Την ίδια στιγμή, στον ανεπτυγμένο κόσμο οι δείκτες της παχυσαρκίας ανεβαίνουν αλματωδώς, ενώ το 30% του παραγόμενου φαγητού καταλήγει στα σκουπίδια. Η Ελλάδα, μάλιστα, είναι η τρίτη χώρα παγκοσμίως στην σπατάλη τροφίμων – σύμφωνα με τον ΟΗΕ, καθένας από μας πετά 142 κιλά φαγητού κάθε χρόνο. Αυτό το θλιβερό στοιχείο είναι η απόδειξη ότι προς το παρόν τουλάχιστον, βρισκόμαστε στην ασφαλή όχθη της λίμνης. Ο άνεμος της πείνας σαρώνει κυρίως τους πληθυσμούς της Αφρικής, της Ασίας και της Νότιας Αμερικής. Η κλιματική κρίση, όμως, απειλεί να μετακυλήσει την ταξικότητα της πείνας από το επίπεδο των ηπείρων και των κρατών στον μικρόκοσμο των εθνικών κοινοτήτων. Όταν το φαγητό ακριβύνει και γίνει δυσπρόσιτο, οι κοινωνίες θα διχαστούν, θα τριχοτομηθούν κι εν τέλει θα κατατμηθούν με κριτήρια που θα θυμίζουν μεσαιωνικά μπούργκους. 

Ήδη, κάποια τρόφιμα που έτσι κι αλλιώς ξεκίνησαν την καριέρα τους στη διατροφική μας σκηνή ως πολυτελείς απολαύσεις για βασιλείς και αριστοκράτες, έχουν αρχίσει να εκλείπουν. «Ο καφές και η σοκολάτα θα γίνουν και πάλι είδη πολυτελείας λόγω της κλιματικής αλλαγής. Οι καλλιέργειές τους θα περιοριστούν δραματικά και η σπανιότητά τους θα καταστήσει την κατανάλωσή τους προνόμιο για τους λίγους», εκτιμά η Μόνικα Ζούρεκ, ερευνήτρια του Περιβαλλοντικού Ινστιτούτου του πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Όταν η θερμοκρασία του πλανήτη αυξηθεί κατά δύο βαθμούς, τεράστιες φυτείες κακάο στην Γκάνα και την Ακτή Ελεφαντοστού θα απωλέσουν τη γονιμότητά τους. Επιστήμονες έχουν υπολογίσει ότι ως το 2050 οι μισές καλλιέργειες καφέ στον πλανήτη θα έχουν καταστραφεί. Στη Λατινική Αμερική ειδικά, η επιφάνεια των εκτάσεων όπου ευδοκιμούν τα καφεόδεντρα θα έχει μειωθεί κατά 88% πριν φτάσουμε στα μισά του 21ου αιώνα. Η κλιματική αλλαγή απειλεί άμεσα και τα μπαχαρικά. Στο Κασμίρ, την περιοχή όπου παράγονται οι μεγαλύτερες ποσότητες σαφράν στην Ινδία, η ξηρασία προκαλεί ήδη σοβαρές απώλειες στις ετήσιες σοδειές. Οι κυκλώνες που σάρωσαν τη Μαδαγασκάρη το 2017 κατέστρεψαν το 30% της τοπικής παραγωγής της βανίλιας, ανεβάζοντας την τιμή της στα 600 δολάρια το κιλό. Για τρεις περίπου μήνες, η βανίλια κόστιζε περισσότερο από το ασήμι. 

Μοιραία, κάτι ανάλογο θα συμβεί σύντομα και με το κρέας, το γάλα, τα τυροκομικά και άλλα είδη που σήμερα θεωρούνται βασικά και αναντικατάστατα για την καθημερινή μας δίαιτα. Ήδη, φορείς του δικού μας, πρώτου κόσμου, προωθούν σχέδια για τη μαζική παραγωγή τροφίμων με πρωτεΐνη από εναλλακτικές πηγές, τα οποία ομολογουμένως δεν ακούγονται και πολύ λαχταριστά. Η Κομισιόν, για παράδειγμα, στο πλαίσιο του προγράμματος «Από τη Φάρμα στο Πιρούνι» που παρουσίασε το 2020, ενέκρινε μεταξύ άλλων ερευνητικά κονδύλια για την παραγωγή υποκατάστατων του κρέατος βασισμένα σε πρωτεΐνη από έντομα. Στα έντομα στηρίζει τις ελπίδες του και ο FAO, ενώ μόλις πριν από μερικούς μήνες η Μόνιμη Επιτροπή Φυτών, Ζώων, Τροφών και Ζωοτροφών (scoPAFF) της Ευρωπαΐκής Ένωσης, έδωσε τη συγκατάθεσή της στην εμπορευματοποίηση του κίτρινου σκουληκιού στην αγορά της Ευρωζώνης. Η συγκεκριμένη απόφαση θεωρείται ορόσημο, αφού τα αποξηραμένα κίτρινα σκουλήκια έγιναν το πρώτο βρώσιμο έντομο που λαμβάνει ευνοϊκή γνωμάτευση για ευρεία κατανάλωση στη γηραιά μας ήπειρο. Αυτή ειδικά η απόφαση, θύμισε σε πολλούς τον εφιάλτη του Snowpiercer. 

Στο δυστοπικό φιλμ του Μπονγκ Τζουν Χο (ο σκηνοθέτης που λίγα χρόνια αργότερα μας χάρισε τα «Παράσιτα»), η Γη έχει παγώσει μετά από μια αποτυχημένη προσπάθεια των κυβερνήσεων του πλανήτη να αναχαιτίσουν την άνοδο της θερμοκρασίας με αεροψεκασμούς στη στρατόσφαιρα. Οι τελευταίοι επιζώντες έχουν συγκεντρωθεί σε ένα τρένο που διασχίζει αενάως απέραντες εκτάσεις οι οποίες έχουν καλυφθεί από πάγο και σαρώνονται από χιονοθύελλες. Στα πολυτελή μπροστινά βαγόνια, οι προνομιούχοι της ελίτ ζουν όπως ζούσαν πάντα, απολαμβάνοντας έκλυτα πάρτι και συναρπαστικά πλουσιοπάροχα γεύματα. Οι πληβείοι είναι στοιβαγμένοι στα πίσω βαγόνια. Φορούν κουρέλια, δουλεύουν σαν σκλάβοι υπό την επίβλεψη οπλισμένων φρουρών και τρέφονται αποκλειστικά με μπάρες πρωτεΐνης. Η επανάστασή τους θα ξεκινήσει όταν ανακαλύψουν ότι οι μπάρες είναι παρασκευασμένες με βασικό συστατικό τη σκόνη από αλεσμένες κατσαρίδες. 

Στην ταινία, οι μπάρες της «εξωπρωτεΐνης» είναι αηδιαστικές στην εμφάνιση και εμετικές στη γεύση, επειδή είναι φτιαγμένες έτσι ώστε να αποτελούν ένα ακόμα μέσο καταπίεσης των αδυνάτων και διαχωρισμού των τάξεων του τρένου – κιβωτού. Στη δική μας σημερινή πραγματικότητα, τα βρώσιμα έντομα δεν αντιμετωπίζονται μόνο ως βιώσιμο τρόφιμο, αλλά και -σε κάποιον βαθμό- ως ενδιαφέρουσα γαστριμαργική πρόταση. Σε αρκετές ασιατικές και αφρικανικές χώρες είναι έτσι κι αλλιώς μέρος της καθημερινής διατροφής, ενώ δειλά – δειλά έχουν βρει τον χώρο τους και στα μενού κάποιων δημιουργικών εστιατορίων του υπόλοιπου κόσμου. 

Το 2019, όταν το Netflix έκανε το Snowpiercer τηλεοπτική σειρά, στο πλαίσιο της προώθησης της παρουσίασε στην Comic-Con μπάρες πρωτεΐνης παρασκευασμένες με αλεύρι από αλεσμένες ακρίδες, ξηρούς καρπούς, φράουλες, βρώμη και ηλιόσπορο. Όσοι τις δοκίμασαν τις βρήκαν νοστιμότατες, ενώ οι διατροφολόγοι που τις εμπνεύστηκαν υπογράμμισαν ότι αποτελούν εξαιρετική πηγή πρωτεΐνης, σιδήρου, ασβεστίου και Ωμέγα-3 λιπαρών οξέων. Επιβεβαίωσαν, επίσης, ότι ειδικά οι ακρίδες μπορούν να αποτελέσουν μια βιώσιμη καλλιέργεια, ακόμα και στον περιορισμένο χώρο ενός τρένου. Μπορούν να εκτρέφονται σε μεταλλικά βαρέλια χωρητικότητας 10.000 – 15.000 εντόμων και να είναι έτοιμες για κατανάλωση μέσα σε 30 μόλις μέρες. Η εκτροφή τους απαιτεί ελάχιστο νερό (2000 φορές λιγότερο απ’ ό,τι των βοοειδών), παράγουν το 1% των αερίων θερμοκηπίου που παράγουν τα βοοειδή και η περιεκτικότητά τους σε πρωτεΐνη είναι διπλάσια σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη τροφή. 


Συγκριτικός πίνακας διαφόρων τροφών ως προς την περιεκτικότητα σε πρωτεΐνη. Στην κορυφή του πίνακα, το αλεύρι από αλεσμένες ακρίδες. 

Οι ακρίδες, λοιπόν, είναι μια πρόταση. Σίγουρα υπάρχουν κι άλλες. Κάποιες μπορεί αυτήν τη στιγμή να μη μοιάζουν τόσο γοητευτικές, αλλά θα πρέπει σύντομα να αποδεχτούμε ότι θα χρειαστεί να κάνουμε γενναίες αλλαγές στις διατροφικές μας συνήθειες, ακριβώς για να μη χρειαστεί κάποτε να τρώμε μόνο ακρίδες και σκουλήκια. 

Δεν θα είναι εύκολο, γιατί έχουμε μάθει πλέον να απολαμβάνουμε ντομάτες και μπανάνες όλον τον χρόνο. Κάθε φορά που αισθανόμαστε λιγούρα για πικάντικο γουακαμόλε μπορούμε να πεταχτούμε μέχρι το μίνι μάρκετ της γειτονιάς και να αγοράσουμε δυο αβοκάντο. Κάποιοι ανάμεσά μας δεν ζουν χωρίς σπόρους τσία στο πρωινό τους, ενώ από τότε που δοκίμασαν μελομακάρονα με μακαντέμια αποφάσισαν ότι δεν υπάρχει επιστροφή στο ταπεινό καρυδάκι για το γαρνίρισμα. Κανένα new age σουβλατζίδικο δεν στεριώνει αν δεν συμπεριλάβει στον κατάλογό του ένα τυλιχτό με black angus, ενώ κάθε σοβαρή επέτειος αποκτά άλλη επισημότητα όταν εορτάζεται πάνω από μια καλά ωριμασμένη wagyu μπριζόλα. Στο σούπερ μάρκετ, η ξινομυζήθρα της Τήνου βρίσκεται στο ίδιο ψυγείο με την μπουράτα της Απουλίας και το τσένταρ από επιλεγμένες ολλανδικές φάρμες. Απέχουν μεταξύ τους μόλις μερικά χιλιοστά. 

Βαθιά μέσα μας είναι ριζωμένη η ιδέα ότι όλα αυτά συνθέτουν μια πρωτοφανή παγκόσμια δημοκρατία – στο φαγητό μας δεν υπάρχουν αποστάσεις, σύνορα και τάξεις. Η κλιματική αλλαγή, όμως, ήρθε για να μας βγάλει από τη φούσκα αυτής της ψευδαισθητικής ευδαιμονίας και να μας φέρει αντιμέτωπους με τη γυμνή και κάπως ανήθικη αλήθεια: Το πολίτευμα του σούπερ μάρκετ περιγράφεται καλύτερα ως Διατροφικός Ιμπεριαλισμός. Εμείς είχαμε το προνόμιο να ζήσουμε για μερικές δεκαετίες σαν κατά φαντασίαν κονκισταδόρες, αλλά τώρα πρέπει να κάνουμε τη επίκαιρη επανάστασή μας. Αν δεν την κάνουμε, είναι βέβαιο ότι στις επόμενες δεκαετίες οι ρόλοι θα αντιστραφούν. Εμείς θα είμαστε οι ιθαγενείς και -δυστυχώς- γύρω μας δεν θα υπάρχει πλέον δάσος για να κρυφτούμε και να μαζέψουμε καρπούς.