H ανεξαρτησία του κυβερνοχώρου αποδείχτηκε γρήγορα μια ουτοπία. Μήπως τα χειρότερα δεν έχουν έρθει ακόμα;
«Κυβερνήσεις του Βιομηχανικού Κόσμου, εσείς οι κουρασμένοι γίγαντες από σάρκα και ατσάλι, έρχομαι από τον Κυβερνοχώρο, τη νέα κατοικία του Νου. Εκ μέρους του μέλλοντος, ζητώ από εσάς του παρελθόντος να μας αφήσετε ήσυχους. Δεν είστε καλοδεχούμενοι ανάμεσά μας. Δεν έχετε κυριαρχία εκεί που εμείς μαζευόμαστε»
Με αυτά τα λόγια ξεκινούσε η Διακήρυξη για την Ανεξαρτησία του Κυβερνοχώρου, δια χειρός και στόματος Τζον Πέρι Μπάρλοου που την κοινοποίησε στις 8 Φεβρουάριο 1996 στο Νταβός. Εκεί δηλαδή που συγκεντρώνεται κάθε χειμώνα η ελίτ του Βιομηχανικού Κόσμου.
Ο Μπάρλοου είχε δίκιο όταν έλεγε πως οι κυβερνήσεις αντλούν την εξουσία τους από τη συναίνεση εκείνων που κυβερνώνται. Ωστόσο μέσα στον ενθουσιασμό του νέου γενναίου και ψηφιακού κόσμου ο Μπάρλοου ξέχασε πως μια επανάσταση δεν χρειάζεται μόνο την απροθυμία της βάσης να συμμορφωθεί με τις αποφάσεις των κυβερνώντων αλλά και την αδυναμία της ηγεσίας να ασκήσει εξουσία.
Όμως ο Βιομηχανικός Κόσμος δεν είχε καμία διάθεση να συναινέσει σε μια επανάσταση. Σε μια εξέλιξη με έντονο το στοιχείο της ειρωνείας, όσο το ψηφιακό περιβάλλον δημιουργούσε διαταραχές στη συμβατική παλιά οικονομία τόσο περισσότερο ο Βιομηχανικός Κόσμος αποκτούσε δικαιώματα ελέγχου και άσκησης εξουσίας στον Κυβερνοχώρο.
Η ψηφιακή αναρχική ουτοπία που πρέσβευε ο Μπάρλοου έδωσε γρήγορα τη θέση της σε ένα πλήρως εμπορευματοποιημένο περιβάλλον και αν αυτό εξελίχθηκε προς απογοήτευση των ντιτζεράτι, τα χειρότερα δεν είχαν έρθει ακόμα.
“Η διάσπαση του διαδικτύου δεν είναι πια νυχτερινός εφιάλτης που ταράζει τον ύπνο ενός ψηφιακού πιονέρου αλλά πραγματικότητα που απειλεί τη συνοχή του ψηφιακού κόσμου”
Η μεγάλη αλλαγή ξεκινά όχι από έναν χαρακτηριστικό εκπρόσωπο του Βιομηχανικού Κόσμου αλλά από ένα νέο μέλος του – την Κίνα. Το διαδικτυακό Σινικό Τείχος με το οποίο μη αρεστές στο Πεκίνο διαδικτυακές υπηρεσίες δεν είναι διαθέσιμες στους κατοίκους της χώρας, δημιουργεί την πρώτη βαθιά ρωγμή στο «σώμα» του Κυβερνοχώρου.
Η διάσπαση του διαδικτύου δεν είναι πια νυχτερινός εφιάλτης που ταράζει τον ύπνο ενός ψηφιακού πιονέρου αλλά πραγματικότητα που απειλεί τη συνοχή του ψηφιακού κόσμου τόσο σε επίπεδο υποδομής όσο και σε επίπεδο υπηρεσιών.
Όταν το GDPR κλείνει πόρτες
Μια μικρή γεύση αυτής της διάσπασης λαμβάνουμε οι Ευρωπαίοι μετά την εφαρμογή των κανόνων της Γενικής Οδηγίας για την Προστασία Δεδομένων (GDPR). Μετά την ενεργοποίηση των διατάξεων της οδηγίας την άνοιξη του 2018, σχεδόν το 30% των μεγάλων αμερικανικών εφημερίδων έκλεισαν την πόρτα στους Ευρωπαίους αναγνώστες μέχρι να ξεκαθαρίσει το νομικό τοπίο. Σε πολλές περιπτώσεις η αδυναμία πρόσβασης ανεστάλη αλλά σε άλλες εξακολουθεί να παραμένει εν ισχύ. Εκδότες που έχουν περιορισμένη επισκεψιμότητα από την Ευρώπη έκριναν πως δεν υπήρχε λόγος να συμμορφωθούν και εξακολουθούν να αρνούνται πρόσβαση στις σελίδες τους για όσους προέρχονται από την Ε.Ε.
Το «δικαίωμα στη λήθη» είναι ένα ακόμα παράδειγμα των διαφορετικών ταχυτήτων στις οποίες λειτουργεί πια το διαδίκτυο. Οι Ευρωπαίοι πολίτες μπορούν να ζητήσουν από τις μηχανές αναζήτησης να αποκρύψουν ορισμένα αποτελέσματα εφόσον έχουν νομικούς λόγους.
Αυτά βεβαίως είναι παρωνυχίδα. Η Κίνα δεν επιτρέπει στους πολίτες της την πρόσβαση στις υπηρεσίες της Google, το YouTube, το Facebook, το BBC, τους New York Times και δεκάδες ακόμα υπηρεσίες επικοινωνίας, ψυχαγωγίας και περιεχομένου.
Το ζήτημα δεν έχει προκύψει τώρα και έχει απασχολήσει μερικές σημαίνουσες προσωπικότητες της ψηφιακής πρωτοπορίας. Το 2016 το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ παρουσίασε μια μελέτη για τον κατακερματισμό του διαδικτύου την οποία συνυπογράφει ο Βίντον Σερφ. Η έκθεση ήταν αποτέλεσμα του προβληματισμού που είχαν εκφράσει ορισμένοι ειδικοί από το 2014 σχετικά με τον κίνδυνο το διαδίκτυο να μετασχηματιστεί σε «νησίδες» που θα διασυνδέονται με σχετικώς χαλαρό τρόπο μεταξύ τους.
Οι συντάκτες της μελέτης διέβλεπαν τον κατακερματισμό να αναπτύσσεται σε διαφορετικά επίπεδα – τεχνικά, εμπορικά και κυβερνητικά, ενώ κατέγραφαν επίσης τους κινδύνους από τους «περίκλειστους κήπους», δηλαδή πλατφόρμες που λειτουργούν με δικούς τους κανόνες (βλ. Facebook) αλλά και τις προκλήσεις του «ψηφιακού προστατευτισμού».
Η μελέτη αυτή είχε βγει δέκα μήνες πριν την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ που λίγο αργότερα πυροδότησε έναν εμπορικό πόλεμο με την Κίνα με προεκτάσεις και στον ψηφιακό κόσμο, στοχεύοντας συγκεκριμένους κατασκευαστές εξοπλισμού.
Από το 2016 στο 2020…
Τέσσερα χρόνια μετά και με την πανδημία του κορονοϊού να γίνεται σιγά σιγά αντιληπτή το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ επανήλθε στο θέμα. «Η σημερινή απουσία μιας παγκόσμιας τεχνολογικής διακυβέρνησης και η παρουσίαση των τυφλών σημείων στην κυβερνοασφάλεια αυξάνει τον κίνδυνο ενός κατακερματισμένου κυβερνοχώρου…» αναφέρει το Φόρουμ σε σχετική του αξιολόγηση.
Το Φόρουμ σημειώνει πως «πολλές πρωτοβουλίες φέρνουν μαζί επιχειρήσεις και κυβερνήσεις στο να χτιστεί εμπιστοσύνη, να προωθηθεί η ασφάλεια στον κυβερνοχώρου, να αξιολογηθεί ο αντίκτυπος των κυβερνοεπιθέσεων και να παρέχεται βοήθεια στα θύματα.
Πολυμερείς προσπάθειες όπως η Συνθήκη της Βουδαπέστης του Συμβουλίου της Ευρώπης επιχειρούν να προσδιορίσουν την υπεύθυνη συμπεριφορά στον κυβερνοχώρο και να εναρμονίσουν το πολύπλοκο πεδίο που δημιουργούν οι σημερινοί νόμοι και κανονισμοί».
Αυτό που περιγράφεται από το Φόρουμ είναι ένα ρυθμιστικό χάος που αν δεν αντιμετωπιστεί με κάποιο τρόπο θα απειλήσει τη συνοχή του διαδικτύου. Το ότι η έκθεση του Φόρουμ έχει τον τίτλο “Wild Wide Web” σε ένα λογοπαίγνιο του “World Wide Web” είναι δηλωτικό των ανησυχιών για τη συνοχή του ψηφιακού κόσμου.
Η προφητεία του «πατέρα» του Web
Δέκα χρόνια πριν, σε άρθρο του στο έγκριτο Scientific American ο δημιουργός του Web, ο σερ Τιμ Μπέρνερ Λι είχε προειδοποιήσει για τον κίνδυνο της κατάτμησης του διαδικτύου. Πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης όπως το Facebook και το LinkedIn αποτελούν μία από τις πολλές απειλές, διότι δεν επιτρέπουν την αλληλεπίδραση με το υπόλοιπο διαδίκτυο. Ένας μεγάλος όγκος πληροφορίας παράγεται μέσα στους περίκλειστους κήπους των κοινωνικών δικτύων, χωρίς να είναι πάντοτε δυνατή η πρόσβαση σε αυτή από όσους βρίσκονται εκτός του «τείχους».
Η διαδικτυακή ουδετερότητα που αποτέλεσε ακρογωνιαίο λίθο στην ανάπτυξη του διαδικτύου βρίσκεται επίσης σε κατάσταση άμυνας. Η αρχή σύμφωνα με την οποία δεν υπάρχει διάκριση υπέρ ενός ή άλλου τύπου δεδομένων ανετράπη στις ΗΠΑ από την Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών, γεγονός που προκάλεσε δικαστική εμπλοκή με ένα μάλλον σολομώντειο αποτέλεσμα, ενώ τεχνικές όπως το throttling χρησιμοποιούνται εκτενώς από τηλεπικοινωνιακούς παρόχους σε όλο τον κόσμο, δημιουργώντας πελάτες διαφορετικών ταχυτήτων.
Η σύγκλιση του ψηφιακού και του πραγματικού κόσμου δεν έφερε μόνο προβλήματα που προέρχονται από την εμπορευματοποίηση της επικοινωνίας ή από νομικές παρενέργειες.
Φοβού την Κίνα…
Μεσούσης της καραντίνας η Κίνα, συνεπικουρούμενη από τηλεπικοινωνιακές εταιρείες της χώρας και την Huawei κατέθεσαν στη Διεθνή Ένωση Τηλεπικοινωνιών μία πρόταση για αναθεώρηση του βασικού πρωτοκόλλου επικοινωνίας του διαδικτύου. Το “New IP” που προτείνει το Πεκίνο υπόσχεται -όπως αναφέρουν οι Financial Times [συνδρομητική πρόσβαση]- να βελτιώσει σε τεχνικό επίπεδο αλλά εμπεριέχει λειτουργίες που προκάλεσαν αίσθηση. Το κυριότερο είναι η ενσωμάτωση ενός μηχανισμού που θα επιτρέπει την απομόνωση ενός τμήματος του διαδικτύου – μία λειτουργία που θα ήθελε κάθε δικτάτορας σε αυτό τον πλανήτη.
Βεβαίως η Κίνα προσπαθεί να βρει υποστηρικτές, ώστε η πρότασή της να τυποποιηθεί και να αποτελέσει μέρος του νέου διαδικτύου. Το πολύπλοκο γεωπολιτικό παιχνίδι που έχει στηθεί και στον ψηφιακό κόσμο θα κρατήσει πολύ καιρό και όπως διαμορφώνεται το περιβάλλον είναι περισσότερο πιθανό να δούμε στα επόμενα χρόνια δύο, τρία ή περισσότερα διαδίκτυα. Ένα πλήρως ανοικτό στη Βόρεια Αμερική, ένα εντόνως ρυθμιζόμενο στην Ευρώπη και ένα σαφώς πιο περιορισμένο και ελεγχόμενο σε χώρες όπου η κεντρική εξουσία δεν ανέχεται με ευκολία την ελευθερία έκφρασης.