Από τα πόδια και το κεφάλι, το ποδόσφαιρο μεταφέρεται όλο και περισσότερο στις οθόνες των tablets και των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Πώς τα sports data analytics αλλάζουν το αποτέλεσμα ενός ποδοσφαιρικού αγώνα, αλλά και τη πορεία συνολικά του αθλήματος;
Στην αρχή του έτους, τις πρώτες μέρες του Ιανουαρίου, ένα διαδικαστικό Δελτίο Τύπου της Μάντσεστερ Σίτι που ανακοίνωνε την πρόσληψη κάποιου Λόρι Σο για την ενίσχυση του προπονητικού staff της ομάδας, έγινε viral και αποτέλεσε αντικείμενο σχολιασμού σε media που δεν ασχολούνται ποτέ με το ποδόσφαιρο ή το κάνουν μόνο όταν πεθάνει κάποιος σημαντικός ή όταν προκύψει κάποιο σεξουαλικό σκάνδαλο.
Το ΔΤ πήρε παράλογη δημοσιότητα γιατί ο Λόρι Σο είναι αστροφυσικός, οπότε η ένταξή του στην ποδοσφαιρική ομάδα που προσφάτως κατέκτησε το πρωτάθλημα της Premier League (τρίτο στα τέσσερα χρόνια που την κοουτσάρει ο Πεπ Γκουαρδιόλα), είχε ένα αυτόματο σουρεαλιστικό υπόβαθρο. Αστροφυσικός σε ποδοσφαιρική ομάδα > μαέστρος σε αγρόκτημα > θεολόγος στην Google ≊ ομπρέλα και ραπτομηχανή σε χειρουργικό τραπέζι.
Τα σαφώς πιο υποψιασμένα αθλητικά media υποδέχτηκαν την είδηση ως φυσική συνέπεια μιας επανάστασης τύπου Moneyball που συντελείται τα τελευταία χρόνια στο ποδόσφαιρο. Όλοι οι μεγάλοι ευρωπαϊκοί σύλλογοι, άλλωστε, έχουν ανακοινώσει αντίστοιχες «μετεγγραφές» προπονητών που δεν πατούν ποτέ το πόδι τους στους αγωνιστικούς χώρους και τα βοηθητικά γήπεδα, αλλά ξημεροβραδιάζονται πάνω από tablet, υπολογιστές και οθόνες που εμφανίζουν θερμικούς χάρτες και metrics με κάθε πιθανή και απίθανη στόχευση.
Για την ευρωπαϊκή ποδοσφαιρική ελίτ, η επιλογή του Λόρι Σο ήταν μια ξεκάθαρη επιβεβαίωση ότι η επανάσταση έχει ήδη συντελεστεί από καιρό και ότι πλέον έχει έρθει η στιγμή να αλλάξουν οι ηγέτες της.
Ένα παράλληλο πρωτάθλημα
Ο Λόρι Σο δεν πήγε μόνος του στη Μάντσεστερ Σίτι. Τον ακολούθησαν τρεις ακόμα επιστήμονες με περγαμηνές σε διάφορους τομείς της Φυσικής και των εφαρμοσμένων Μαθηματικών. Όταν ρωτήθηκε σχετικά, ο Πεπ Γκουαρδιόλα επιχείρησε να υποβαθμίσει τον ρόλο τους, κάνοντας λόγο για τυπική «ενίσχυση της ομάδας ανάλυσης δεδομένων». Οι πιο σοβαροί σχολιαστές της Πρέμιερ Λιγκ, όμως, εκτιμούν ότι ο Σο και οι συνεργάτες του προσλήφθηκαν από το City Football Group για να στελεχώσουν ένα νέο, πειραματικό τμήμα, που θα αναζητήσει πρακτικές εφαρμογές της Τεχνητής Νοημοσύνης στις προπονήσεις και στη συνολική προετοιμασία των δέκα ομάδων που λειτουργούν κάτω από την ομπρέλα του Ομίλου.
“Ακόμα και για το 2021, η ίδρυση ενός εργαστηρίου Artificial Intelligence από μια ποδοσφαιρική ομάδα αποτελεί, ίσως, εκκεντρική κίνηση, αλλά αποτυπώνει ανάγλυφα το σημείο στο οποίο βρίσκεται σήμερα το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο”
Οι μεγάλοι σύλλογοι, στην προσπάθειά τους να αποκτήσουν το παραμικρό -οριακό έστω- πλεονέκτημα έναντι των αντιπάλων τους στον αγωνιστικό χώρο, συμμετέχουν σε μια πυρετώδη τεχνολογική κούρσα ταχύτητας που εξελίσσεται στο πεδίο των sports data analytics και η οποία έχει πλέον μετατραπεί σε ένα παράλληλο, εξίσου ανταγωνιστικό πρωτάθλημα. Η Σίτι σήμερα κάνει ένα παράτολμο άνοιγμα για να απαντήσει στη Λίβερπουλ, η οποία το περασμένο καλοκαίρι επέλεξε να κάνει περικοπές στις μετεγγραφές της προκειμένου να διπλασιάσει το προσωπικό του δικού της τμήματος Ανάλυσης Δεδομένων. Μεταξύ άλλων, η Λίβερπουλ προσέθεσε τότε στο δυναμικό της τον πρώτο αστροφυσικό που έπιασε δουλειά στην Πρέμιερ Λιγκ, ένα πρώην ερευνητή του CERN κι έναν διακεκριμένο σκακιστή.
Κορυφαίο και εξίσου πρωτοποριακό θεωρείται και το αντίστοιχο τμήμα της Μπαρτσελόνα, η οποία πέρα από αγωνιστικό software, αναπτύσσει τον τελευταίο χρόνο σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Αθλητικών Σπουδών της Βαρκελώνης ένα πειραματικό λογισμικό για την αξιοποίηση των δεδομένων στον τομέα του αθλητικού μάρκετινγκ. Ο στόχος, όπως τον έθεσε προσφάτως ο υπεύθυνος του προγράμματος, Όσκαρ Ουγκάθ, είναι η δημιουργία και η διανομή περιεχομένου που θα κρατά ενεργό το ενδιαφέρον του σύγχρονου ψηφιακού καταναλωτή / φιλάθλου για την ομάδα του όλες τις μέρες της εβδομάδας, όχι μόνο τη μέρα του αγώνα.
Κατά τη γνώμη του, οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι σύντομα θα χρειαστεί να γίνουν πιο εξωστρεφείς και ως προς την εμπορική αξιοποίηση των big data. Η συγκεκριμένη αναγκαιότητα, μάλιστα, έχει επισπευστεί δραματικά λόγω της πανδημίας. Τα lockdown και η απουσία φιλάθλων από τα γήπεδα κατάφεραν ένα πολύ ισχυρό οικονομικό πλήγμα στο ποδόσφαιρο και πολλοί σύλλογοι εξετάζουν ήδη με καλύτερη διάθεση το ενδεχόμενο μερικής κοινοποίησης των πολύτιμων δεδομένων τους, από τη στιγμή που μια τέτοια κίνηση μπορεί να προσφέρει ένα νέο και πολύ ευρύ πεδίο κερδοφορίας. «Το ποδόσφαιρο δεν έχει εκμεταλλευτεί ούτε στο ελάχιστο την εμπορική δυναμική των δεδομένων, γιατί είναι ένας χώρος στον οποίο οι παραδοσιακές πρακτικές πωλήσεων αποφέρουν ακόμα ικανοποιητικά κέρδη», σχολιάζει ο Ουγκάθ. «Μέχρι σήμερα, οι σύλλογοι πωλούν εισιτήρια, τηλεοπτικά δικαιώματα και χορηγικά συμβόλαια σε εξαιρετικά υψηλές τιμές γιατί οι χορηγοί και τα τηλεοπτικά δίκτυα εκτιμούν ότι τα ποδοσφαιρικά brands είναι ακόμα αρκετά ισχυρά, ώστε να μη χρειάζονται πιο σοφιστικέ μεθόδους προώθησης του προϊόντος που παράγουν. Είναι σίγουρο, όμως, ότι αυτό θα αλλάξει από τη στιγμή που αλλάζει ο τρόπος με τον οποίο οι νέοι καταναλώνουν αγώνες και αθλητικό περιεχόμενο. Προς το παρόν, βέβαια, για το ποδόσφαιρο και τα big data ισχύει ό,τι και για τους εφήβους και το σεξ: Όλοι μιλούν γι’ αυτό, λίγοι το κάνουν κι αυτοί που καυχιούνται περισσότερο είναι αυτοί που το κάνουν λιγότερο ή καθόλου».
Είναι μακέτο αυτό το ματς;
Η Μάντσεστερ Σίτι, πάντως, δεν καυχιέται ποτέ για τη δουλειά που κάνουν οι αναλυτές της. Καμία σοβαρή ομάδα δεν το κάνει. Ο Γκουαρδιόλα, ο Κλοπ, ο Τούχελ, ο Φλικ, ο Νάγκελσμαν ή ο εκάστοτε προπονητής της Μπαρτσελόνα, ξέρουν ότι αυτήν τη στιγμή όλοι οι σύλλογοι και όλοι οι προπονητές μπορούν με σχετικά χαμηλό κόστος να έχουν στη διάθεσή τους τεράστιες βάσεις δεδομένων με εξαντλητικά στοιχεία για οτιδήποτε συμβαίνει στο γήπεδο ή στον πάγκο ή στο προπονητικό κέντρο. Φροντίζουν γι’ αυτό εταιρείες όπως η Opta, η SAP και η ProZone. Το πραγματικό πλεονέκτημα θα το αποκτήσει και θα το αποκτά κάθε φορά αυτός που θα πηγαίνει τη συλλογή, την ανάλυση και την εφαρμογή των δεδομένων ένα βήμα παραπέρα.
Για το City Football Group, το επόμενο βήμα φαίνεται ότι οδηγεί στον πειραματικό χώρο της τεχνητής νοημοσύνης. Αυτό ίσως εξηγεί και το γεγονός ότι μια από τις πρώτες κινήσεις του Μπράιαν Πρέστιτζ, του ανθρώπου που ανέλαβε τα ηνία του ερευνητικού τμήματος της Μάντσεστερ Σίτι όταν αποχώρησε ο Λι Μούνεϊ (στα μέσα της προηγούμενης σεζόν), ήταν η διενέργεια ενός ανοικτού διαγωνισμού σε συνεργασία με την Google. Οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να δημιουργήσουν εικονικούς «πράκτορες» και να τους προγραμματίσουν έτσι ώστε να μπορούν να αντιδρούν σε διάφορες καταστάσεις που μπορεί να αντιμετωπίσει ένας ποδοσφαιριστής κατά τη διάρκεια ενός αγώνα.
Ο διαγωνισμός ολοκληρώθηκε τον Δεκέμβριο, αλλά οι νικητές και τα αποτελέσματά του δεν ανακοινώθηκαν αναλυτικά. Η Σίτι προτίμησε να κρατήσει τα συμπεράσματά της κρυφά και να τα αξιοποιήσει με την ησυχία της και κάτω από τα ραντάρ, γιατί γνωρίζει ότι το πλεονέκτημά που επιδιώκει να κερδίσει μέσα απ’ αυτά θα εξανεμιστεί όταν οι ανταγωνιστές της καταλάβουν πώς να ακολουθήσουν το βήμα που ετοιμάζεται να επιχειρήσει. Ο Πρέστιτζ, πάντως, ανάμεσα στις λιγοστές δηλώσεις του για τον διαγωνισμό, ανέφερε ότι μια από τις επιδιώξεις του όλου πρότζεκτ ήταν η δημιουργία ενός «ρεαλιστικού εικονικού ποδοσφαιρικού περιβάλλοντος που θα μας επιτρέπει να μαθαίνουμε μέσω της εξομοίωσης και να δοκιμάζουμε τακτικές και συστήματα». Για κάποιους, αυτό ερμηνεύτηκε ως απόπειρα εικονικής αναπαράστασης ενός αγώνα πριν αυτός πραγματοποιηθεί. Είναι, πιθανό, δηλαδή, η Σίτι να επιχειρεί τη δημιουργία ενός ποδοσφαιρικού εξομοιωτή, ο οποίος θα τροφοδοτείται διαρκώς με στοιχεία για τους παίκτες της ομάδας αλλά και για τους παίκτες των αντίπαλων ομάδων και θα μπορεί να «προβλέπει» πώς θα εξελιχθεί το ματς που είναι προγραμματισμένο για την επόμενη μέρα ή την επόμενη εβδομάδα.
Κάτι ανάμεσα σε Football Manager και ποδοσφαιρικό Pokemon Go, δηλαδή. Με τη διαφορά ότι η έκβαση του ολογραμματικού αγώνα θα καθορίζει την επόμενη μέρα τη θέση και τις κινήσεις ποδοσφαιριστών που αμείβονται με δεκάδες εκατομμύρια, που πονάνε όταν τραυματιστούν κι εκνευρίζονται όταν γίνονται αλλαγή.
Η απόπειρα εξομοίωσης όλων των ποδοσφαιριστών όλων των ομάδων που δυνητικά μπορεί να βρεθούν απέναντί σου ως αντίπαλοι ακούγεται σαν ουτοπία ή σαν ύβρις αρχαίας τραγωδίας, αλλά απ’ ό,τι φαίνεται, σήμερα ή το πολύ αύριο κάτι τέτοιο μπορεί να είναι εφικτό. Το CFG συνεργάζεται στενά με την Acronis, εταιρεία η οποία συλλέγει δεδομένα κατά παραγγελία για πάρα πολλές ομάδες κι έχει ήδη προτείνει στο παρελθόν τη δημιουργία μιας κοινής -συναινετικής- δεξαμενής δεδομένων προκειμένου να ενισχυθεί η αξιοπιστία των αλγορίθμων της. Γνωστή είναι και η σχέση του CFG με τη SAP Sports One – ο Ροδόλφο Μπορέλ, ένας από τους πιστούς βοηθούς του Γκουαρδιόλα, εδώ και τρία χρόνια δίνει οδηγίες στους αναπληρωματικούς της ομάδας συμβουλευόμενος το τάμπλετ που, όπως αναγράφεται στο site της SAP, τροφοδοτείται από τους αναλυτές της εταιρείας με «στοιχεία σε πραγματικό χρόνο, τόσο για την τακτική της ομάδας, όσο και για τις κινήσεις των αντιπάλων».
Στοιχεία, λοιπόν υπάρχουν. Και υπάρχουν για όλους. Μπορεί, όμως, το CFG να αποκτήσει πρόσβαση στα στοιχεία όλων των άλλων; Ακόμα κι αν το καταφέρει, έχει / θα αναπτύξει την τεχνολογία που θα χρησιμοποιήσει αυτά τα στοιχεία για τη δημιουργία ενός αξιόπιστου εξομοιωτή ποδοσφαιρικών αγώνων; Οι απαντήσεις σ’ αυτά τα δύο ερωτήματα θα κρίνουν την επιτυχία και τη διάρκεια του μετέωρου βήματος που επιχειρεί.
Το μυαλό είναι ο στόχος
Ο ιδρυτής της Metrica Sports, Ρούμπεν Σααβέδρα, δηλώνει σίγουρος ότι αργά ή γρήγορα ο εξομοιωτής θα δημιουργηθεί από κάποιον και ότι η δημιουργία του θα αλλάξει σημαντικά τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται το ποδόσφαιρο όχι μόνο οι προπονητές, οι σκάουτ και οι παίκτες, αλλά ακόμα και οι φίλαθλοι. «Ήδη πολλοί σύλλογοι έχουν αναπτύξει αλγορίθμους που εντοπίζουν μοτίβα και επαναλαμβανόμενες τακτικές στις κινήσεις των εκάστοτε αντιπάλων τους», εξηγεί. «Η μεγάλη πρόκληση που αντιμετωπίζουν είναι η ταχύτητα που απαιτείται στην ανάλυση των δεδομένων για την επικαιροποίηση των αλγορίθμων. Οι ομάδες πλέον παίζουν κάθε τρεις ή τέσσερις μέρες κι αυτό καθιστά το update, τη μελέτη και την έγκαιρη προσαρμογή των δεδομένων πρακτικά αδύνατη για τους περισσότερους συλλόγους».
“Ο Σααβέδρα δεν έχει καμία αμφιβολία ότι η επιστήμη των football data analytics θα στραφεί άμεσα στην πρόβλεψη μελλοντικών γεγονότων”
«Σε άλλα αθλήματα συμβαίνει ήδη», υπογραμμίζει. «Οι σκακιστές, για παράδειγμα, χρησιμοποιούν εξομοιωτές για να προβλέψουν τις κινήσεις ή ολόκληρες παρτίδες των αντιπάλων τους. Δεν αποκλείεται να δούμε σύντομα ποδοσφαιρικούς συλλόγους που θα χρησιμοποιούν την Τεχνητή Νοημοσύνη για να αναλύουν τι γνωστικές διεργασίες των ποδοσφαιριστών. Έτσι, θα μπορούν να βελτιώσουν τις αποφάσεις των δικών τους παικτών μέσα στις στρεσογόνες συνθήκες ενός αγώνα ή να προβλέψουν τις αντίστοιχες των αντιπάλων».
Εδώ πλέον αγγίζουμε θέματα ηθικής, φιλοσοφίας αλλά και εγγενούς ταυτότητας του παιχνιδιού. Ένα τεράστιο ποσοστό της συγκίνησης που γεννά το ποδόσφαιρο οφείλεται στο γεγονός ότι είναι απρόβλεπτο – σύμφωνα με την επίσημη στατιστική, είναι το μόνο ομαδικό άθλημα που παίζεται με μπάλα, στο οποίο το αουτσάιντερ έχει πάντα μεγάλη πιθανότητα να νικήσει. Σε καταγραφή που δημοσιεύθηκε στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, σε πλήθος 43.000 αγώνων ποδοσφαίρου σε ολόκληρο τον κόσμο, τα αουτσάιντερ νίκησαν σε ποσοστό 45.2%. Έχουμε, λοιπόν, να κάνουμε με ένα παιχνίδι / άθλημα στο οποίο δεν νικά ο καλύτερος. Αυτό συμβαίνει κυρίως γιατί το κριτήριο της νίκης είναι το γκολ, που έρχεται σπάνια σε σχέση με άλλα παιχνίδια (μπάσκετ, πόλο, αμερικανικό φούτμπολ κλπ), οπότε μια καλή ομάδα μπορεί να επιτίθεται διαρκώς σε ένα ματς, αλλά να κάνει ένα λάθος, να δεχτεί ένα γκολ σε μια αντεπίθεση και ολόκληρος ο αγώνας να κριθεί από αυτήν την τυχαία στιγμή.
Η ομορφιά του ποδοσφαίρου έγκειται επίσης, στο ότι είναι υπερβολικά διαβλητό στις τυχαίες στιγμές. Το γεγονός ότι παίζεται σε ανοιχτά γήπεδα, μέρα ή νύχτα, με ζέστη ή με κρύο, με χιόνι, με βροχή ή με δυνατό αέρα, προσθέτει πολλές προβληματικές μεταβλητές στις εξισώσεις των αναλυτών. Το ότι σε κάθε ματς συμμετέχουν 22 ποδοσφαιριστές είναι ένα ακόμα ζήτημα. Κάποιος απ’ αυτούς μπορεί να μην κοιμήθηκε αρκετά το προηγούμενο βράδυ ή να έφαγε κάτι χαλασμένο ή να τσακώθηκε με τη σύντροφό του. Κάποιος άλλος σίγουρα θα έχει προηγούμενα με τον αντίπαλό του και σε πρώτη ευκαιρία θα επιδιώξει να τον εκδικηθεί με ένα αντιαθλητικό φάουλ. Κάποιος θα γλιστρήσει, κάποιος θα σταματήσει για μερικά δευτερόλεπτα για δέσει τα κορδόνια του. Κάποιες μέρες το γήπεδο θα είναι βρεγμένο και βαρύ, κάποιες άλλες ο αγωνιστικός χώρος θα γλιστράει και η μπάλα θα κυλάει πάνω του με μεγαλύτερη ταχύτητα. Σήμερα οι οπαδοί ήταν ενθουσιώδεις και εμψύχωσαν τους παίκτες με τις ιαχές τους, αλλά είναι βέβαιο ότι θα έρθουν και μέρες που θα τους καταρρακώσουν με τις αποδοκιμασίες τους.
Ο κατάλογος θα μπορούσε να συνεχιστεί για τουλάχιστον 90 λεπτά ακόμη, ίσως και για λίγες επιπλέον καθυστερήσεις (τσουπ! Μια ακόμα μεταβλητή…). Απ’ την άλλη, ο Μπράιαν Πρέστριτζ και ο Ραμόν Ουγκάθ μπορούν να παραθέσουν δεκάδες παραδείγματα για το πώς τα big data έχουν ήδη επηρεάσει το ποδόσφαιρο, παρά το πλήθος των παραγόντων που δεν μπορούν να καθοριστούν αλγοριθμικά. Ένα από τα πιο πειστικά είναι το παράδειγμα των expected goals. Το συγκεκριμένο metric, που πλέον έχει αντικαταστήσει στην αξιολόγηση των ομάδων την παραδοσιακή στατιστική των τελικών προσπαθειών και των σουτ στην εστία, απέδειξε ότι μια φάση που ολοκληρώνεται με μια ενέργεια από κοντινή απόσταση, θα έχει πάντα περισσότερες πιθανότητες να καταλήξει στα αντίπαλα δίχτυα σε σχέση με οποιοδήποτε μακρινό σουτ, ακόμα κι αν αυτό γίνεται χωρίς πίεση και με ελεύθερο το οπτικό πεδίο του επιτιθέμενου. Ο πίνακας που ακολουθεί δείχνει πόσο η συγκεκριμένη οδηγία έχει επηρεάσει μεσοσταθμικά τον τρόπο με τον οποίο επιχειρούν να τελειώσουν τις φάσεις τους οι ομάδες της Πρέμιερ Λιγκ τα τελευταία χρόνια. Αντίστοιχη είναι η εικόνα και στα άλλα προηγμένα πρωταθλήματα: Όλοι πλέον επιδιώκουν να μπουν στη αντίπαλη περιοχή πριν αποφασίσουν τί θα κάνουν με την μπάλα.
Ο Ρούμπεν Σααβέδρα της Metrica Sports πιθανολογεί -και σωστά- ότι ένα αλγόριθμος που μπορεί ήδη να εκτιμήσει τι έχει στο μυαλό του ένας κορυφαίος σκακιστής και να προβλέψει τις επόμενες τέσσερις κινήσεις του, θα μπορέσει να κάνει το ίδιο και για ένα πλάγιο μπακ που ανεβαίνει από τα δεξιά κι έχει χώρο μπροστά του, όσο βρεγμένος κι αν είναι αυτός. Όλοι οι Σααβέδρα του κόσμου αντιλαμβάνονται ότι κάπου – κάπου, ο παίκτης που θα ανεβαίνει από δεξιά θα είναι ένας Μέσι ή ένας Ροναλντίνιο, ένας τύπος που με την ευφυΐα και το ταλέντο του θα ακυρώνει τους αλγόριθμους και θα ανανεώνει την πίστη στην ομορφιά του ποδοσφαίρου. Μπορεί να το εύχονται κιόλας.
Κατά βάθος, όμως, γνωρίζουν ότι η έκβαση όλο και περισσότερων αγώνων θα εξαρτάται όλο και λιγότερο από τις εμπνεύσεις αυτών των τύπων και θα καθορίζεται όλο και περισσότερο από το feed που στέλνουν στα τάμπλετ των προπονητών τα δάχτυλα των Λόρι Σο.