Η ιδέα της πρόσβασης στο Internet ως υπηρεσία κοινής ωφέλειας δεν είναι καινούργια. Είναι όμως αρκετά ώριμη για να υιοθετηθεί;
Υποθέτω ότι όλοι εμείς οι (πολύ) παλαιότεροι θα θυμόμαστε τις ραδιοφωνικές διαφημίσεις της δεκαετίας του 1980 που διαβεβαίωναν ότι τα οικόπεδα προς πώληση κάπου στην Ανατολική Αττική (δηλαδή, τότε, πολύ μακριά από την πόλη) είχαν πράγματι «φως, νερό, τηλέφωνο», δηλαδή τα βασικά. Το ερώτημα τώρα όμως πλέον είναι, μήπως στα βασικά έχει πια προστεθεί και το ίντερνετ;
Υπάρχουν δύο τουλάχιστον τρόποι να αντιμετωπίσει κανείς το ερώτημα αυτό, ένας κοινωνικός και ένας νομικός. Ο πρώτος αφορά την κατάσταση γύρω μας, το πως δηλαδή καθένας μας αντιλαμβάνεται το ίντερνετ. Ο δεύτερος, ο νομικός, αφορά ένα ενδεχόμενο «δικαίωμα στο ίντερνετ».
H κοινωνική διάσταση του θέματος
Κοινωνικά κατά τη γνώμη μου η κατάσταση είναι διφορούμενη: Από τη μια μεριά, καθένας μας (τουλάχιστον από όσους επικοινωνούμε εδώ) έχει σύνδεση στο ίντερνετ σταθερή και κινητή (data), διαθέτει περισσότερες από μία συσκευές για να συνδέεται (smartphone, υπολογιστή, tablet, wearable ή ό,τι άλλο), θεωρεί αυτονόητο ότι πρώτη κίνηση σε νέο κατάλυμα ή σπίτι είναι η σύνδεση στο ίντερνετ, και γενικά δεν διανοείται τη ζωή του off-line παρά μόνο ίσως σε περίοδο διακοπών.
Είναι όμως πράγματι έτσι τα πράγματα; Παρόλα τα παραπάνω, κατά τη γνώμη μου δεν είμαστε ακόμα βέβαιοι ότι το ίντερνετ αποτελεί αυτονόητη παροχή. Για παράδειγμα, θα διαφήμιζε κανείς ποτέ σήμερα την παροχή «ζεστού νερού» στα ξενοδοχεία; Ή την ύπαρξη χωριστής τουαλέτας ανδρών-γυναικών στα καφέ; Προφανώς όχι, επειδή θεωρούνται αυτονόητα. Τότε γιατί τόσο τα ξενοδοχεία όσο και τα καφέ εξακολουθούν να διαφημίζουν την παροχή «δωρεάν Wi-Fi» στους πελάτες τους;
Το ίδιο και στους χώρους εργασίας: Θα δήλωνε ποτέ κανείς στο βιογραφικό του σημείωμα ότι γνωρίζει να γράφει και να διαβάζει; Προφανώς όχι – τότε όμως γιατί νιώθει την ανάγκη να διευκρινίσει τη «γνώση χρήσης Η/Υ και ίντερνετ»; Ομοίως και από τη μεριά του εργοδότη, θα είχε ποτέ κανένας οργανισμός εσωτερικό κανονισμό, πόσο νερό ή καφέ δικαιούται κάθε εργαζόμενος να καταναλώνει την ημέρα; Τότε γιατί έχει εσωτερικούς κανόνες για τη χρήση του ίντερνετ;
Μια μεταβατική εποχή
Κατά τη γνώμη μου επομένως ζούμε σε μεταβατική εποχή που το ίντερνετ θεωρείται ακόμα πρόσθετη και όχι βασική παροχή. Μπορεί σιγά-σιγά αυτό να αλλάζει και κανένας μας, για παράδειγμα, να μην διέμενε ποτέ σε κατάλυμα χωρίς «Wi-Fi», όμως το ίντερνετ δεν έχει φτάσει ακόμα στο μυαλό μας να εξομοιωθεί πλήρως με το «φως, νερό, τηλέφωνο».
Η κοινωνική απάντηση θεωρητικά προδικάζει και τη νομική – και σε αυτή την περίπτωση ευτυχώς αυτό πράγματι συμβαίνει. Ο νόμος δεν μπορεί να είναι μακριά, ή έστω πολύ μακριά, από την κοινωνία. Αν η κοινωνία ακόμα θεωρεί το ίντερνετ πρόσθετη παροχή ο νομοθέτης θα ήταν λάθος να την κάνει βασική.
Το θέμα εξετάστηκε σε κάποιο βάθος πριν καμιά δεκαριά χρόνια, αφού και η νομική άλλωστε έχει τις μόδες της (σήμερα, για παράδειγμα, αν δεν μιλήσεις για αλγόριθμους είσαι εκτός κλίματος). Το ερώτημα τότε ήταν αν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι υπάρχει κάτι σαν «δικαίωμα στο ίντερνετ», που θα το προσθέταμε στον κατάλογο των βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Προσοχή όμως, εδώ χρειάζεται μια απαραίτητη διευκρίνιση: Αυτό εδώ το κείμενο εξετάζει την πρόσβαση στο ίντερνετ, όχι τη συμμετοχή στο ίντερνετ. Πρόσβαση στο ίντερνετ σημαίνει ακριβώς αυτό, να έχει κανείς δηλαδή τη δυνατότητα σύνδεσης. Συμμετοχή στο ίντερνετ, η οποία ως συμμετοχή στην Κοινωνία της Πληροφορίας ρυθμίζεται και στο Σύνταγμά μας, μπορεί να σημαίνει πολλά άλλα πράγματα επιπλέον της πρόσβασης – ή και τίποτα απολύτως.
Η απάντηση και στη νομική ανάλυση ήταν τελικά αρνητική. Ούτε σε υπάρχοντα κείμενα μπορούσαμε να θεμελιώσουμε έμμεσα ένα τέτοιο νέο δικαίωμα, ούτε ήταν σκόπιμο να εισαχθούν νέες διατάξεις. Οι λόγοι ήταν τόσο πρακτικοί όσο και τεχνικοί: Τι θα πει «πρόσβαση»; Δυνατότητα ή πράγματι σύνδεση; Αρκεί οποιαδήποτε πρόσβαση, ακόμα και χαμηλής ταχύτητας; Μήπως αυτό το δικαίωμα τελικά κατέληγε να επιβαρύνει κυρίως ιδιώτες;
Μετεξέλιξη, άλλωστε, αυτής της συζήτησης είναι η σημερινή αντιπαράθεση, κυρίως στην Αμερική, για το αν τα online social media (δεν χρειάζεται να αναφέρω, νομίζω, ποιον αφορά κυρίως αυτό…) πρέπει να αντιμετωπιστούν ως utilities ή όχι.
Έχει βάση “το δικαίωμα στο Ίντερνετ”;
Επομένως το δικαίωμα στο ίντερνετ δεν υπάρχει σήμερα και μάλλον δεν πρόκειται να υπάρξει ούτε και στο μέλλον. Η νομική επιστήμη αντικατοπτρίζει την καθημερινότητα που, για την ώρα τουλάχιστον, αντιμετωπίζει το ίντερνετ ως πρόσθετη παροχή και δεν το εξομοιώνει με τα βασικά.
Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι τα πράγματα δεν πρόκειται να αλλάξουν, ότι το ίντερνετ δεν θα προστεθεί στον κατάλογο των βασικών παροχών σύντομα. Η δική μου γενιά, των σημερινών 45-50άρηδων, δεν μεγάλωσε με το ίντερνετ, ίσα ίσα το ίντερνετ μας συνάντησε σε ώριμη ηλικία. Οι νεότερες γενιές όμως γεννήθηκαν με αυτό. Ό,τι για εμάς χρειάζεται διευκρίνιση («δωρεάν Wi–Fi», «γνώση χειρισμού Η/Υ») σε λίγα χρόνια θα θεωρείται αυτονόητο. Ίσως τότε πάψουμε να ρωτάμε πριν μπούμε σε καφέ αν «έχετε ίντερνετ», με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που κανένας (ή, έστω, οι περισσότεροι) δεν θα αγόραζε ποτέ οικόπεδο χωρίς «φως, νερό, τηλέφωνο» σαράντα χρόνια πριν.