Οι ψηφιακές δυνατότητες θέλουν και ψηφιακές δεξιότητες.
Όπως πλέον καθένας μας διαπιστώνει σχεδόν καθημερινά, η ψηφιοποίηση των υπηρεσιών του ελληνικού Δημοσίου, τουλάχιστον προς τον πολίτη, προχωρά με καταιγιστικό ρυθμό: Μέσα σε λίγο καιρό είχαμε την βελτίωση των διαδικασιών επίσημης μετάφρασης μέσω του metafraseis.services.gov. gr, την έκδοση προσωρινών αδειών οδήγησης μέσω της πλατφόρμας gov.gr, ή την ενημέρωση το myhealth app με το ιατρικό ιστορικό μας σχεδόν μιας δεκαετίας. Σχεδόν κάθε εβδομάδα το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης ανακοινώνει νέα έργα και πρωτοβουλίες που, επιτέλους, φέρνουν την Ελλάδα και τις υπηρεσίες του ελληνικού Δημοσίου προς τους πολίτες εκεί που όφειλαν να είναι εδώ και καιρό.
Κλειδί για όλες αυτές τις εργασίες είναι, κατά τη γνώμη μου τουλάχιστον, η ταυτοποίηση του πολίτη με τη χρήση των κωδικών taxisnet. Αυτό ήταν ένα πρόβλημα δεκαετιών που έλυσε με επιτυχία το Υπουργείο. Από τη στιγμή που το ελληνικό Δημόσιο μπορεί με ασφαλή τρόπο να διαπιστώσει online ότι εγώ είμαι εγώ (ας μην ξεχνάμε ότι στο ίντερνετ «κανείς δεν γνωρίζει ότι είσαι σκύλος»…) τότε ανοίξει η πόρτα ώστε να μου παρέχει τις υπηρεσίες του αποκλειστικά online. Γι αυτό έχουν σημασία οι, περισσότερο τεχνικής φύσης, ανακοινώσεις του Υπουργείου ανά περιόδους που μας ενημερώνουν για «αύξηση των φορέων του Δημοσίου που επιτρέπουν την πρόσβαση των πολιτών σε ηλεκτρονικές υπηρεσίες με τη χρήση των κωδικών taxisnet», αφού όσο περισσότεροι φορείς δέχονται τους κωδικούς τόσο περισσότερες υπηρεσίες «ξεκλειδώνουν online» για τους πολίτες.
Αντίστοιχα, σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση «η διεύρυνση των ηλεκτρονικών υπηρεσιών (από 501 την πρώτη ημέρα λειτουργίας του gov.gr σε περισσότερες από 1.250 σήμερα) αποτυπώνεται και στην εκθετική αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών. Ενδεικτικά, από τις 8 εκατομμύρια ηλεκτρονικές συναλλαγές το 2018, το 2020 καταγράφηκαν περισσότερες από 94 εκατομμύρια και φέτος, μόνο στο πρώτο εξάμηνο του 2021 έχουμε ξεπεράσει τα 150 εκατομμύρια ηλεκτρονικές συναλλαγές».
Δηλαδή, με ποσοστό διείσδυσης Διαδικτύου στην Ελλάδα περίπου στο 70% και τα 2/3 του υπόλοιπου 30% να είναι υπερήλικες, μέσα στο 2021 μπορεί κανείς βάσιμα να υποθέσει ότι κάθε ένας Έλληνας πολίτης σε παραγωγική ηλικία θα έχει κάνει τουλάχιστον μια ηλεκτρονική συναλλαγή με το ελληνικό Δημόσιο.
H Ελλάδα στην ψηφιακή εποχή
Η διαπίστωση αυτή είναι, φυσικά, λόγος πανηγυρισμού. Επιτέλους, η Ελλάδα κλείνει αποφασιστικά πίσω της την πόρτα του ψηφιακού αναλφαβητισμού και εισέρχεται δυναμικά στην ψηφιακή εποχή. Αυτή η νέα ψηφιακή εποχή μας αφορά όλους, δεν απευθύνεται δηλαδή σε μια οικονομική και κοινωνική ελίτ. Καθένας πλέον στην Ελλάδα ακόμα και με ένα smartphone ή ένα tablet μπορεί να απολαύσει πλήρως και ελεύθερα ψηφιακές παροχές τόσο από τον ιδιωτικό όσο και από τον δημόσιο τομέα.
Υπάρχει ίσως κάποιο πρόβλημα σε αυτή τη ρόδινη εικόνα; Κατά τη γνώμη μου ναι, αυτό της ταχύτητας που κάτι τέτοιο επιτεύχθηκε. Οι αριθμοί του Υπουργείου είναι αποκαλυπτικοί:
“Μέσα σε τρία χρόνια οι ηλεκτρονικές συναλλαγές με το Δημόσιο εκτινάχθηκαν από τα 8 εκ. σε, πιθανότατα, 300 εκ. ετησίως. Δηλαδή, από την πλήρη απραξία (αν όχι απαξία) πήγαμε στην σχεδόν καθολική χρήση μέσα σε τρία χρόνια. Είναι μόνο καλό αυτό;“
Σε αυτό το σημείο οφείλει κανείς να ανοίξει μια παρένθεση, ώστε να μιλήσει για τον ψηφιακό κόσμο. Ενδεχομένως κάτι τέτοιο δεν είναι απαραίτητο για τους αναγνώστες του 2045.gr, οι οποίοι ίσως θελήσουν να προχωρήσουν απευθείας παρακάτω στα συμπεράσματα, όμως είναι σκόπιμο νομίζω κάποια πράγματα να επαναλαμβάνονται σε κάθε ευκαιρία.
Ο ψηφιακός κόσμος, λοιπόν, δεν είναι κάτι με το οποίο γεννηθήκαμε. Αυτό ισχύει όχι μόνο για εμάς τους σημερινούς 50άρηδες αλλά και, όσο και αν οι ίδιοι δεν θα ήθελαν να το παραδεχτούν, και για τους πιτσιρικάδες (και ημι-πιτσιρικάδες) σήμερα: Αν το Facebook μόλις έκλεισε τα 15 του, εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι το ίντερνετ και η ψηφιακή κατάσταση ακόμα και για τον σημερινό 20άρη ήταν διαφορετικά όταν ήταν έφηβος/η και εντελώς διαφορετικά σήμερα.
Με λίγα λόγια, ο ψηφιακός κόσμος γύρω μας συνεχώς αλλάζει. Αυτό ίσχυε τη δεκαετία του 1990, όταν ξεκίνησε, και συνεχίζει να ισχύει ακόμα και σήμερα. Θεωρώ ότι θα περάσουν δεκαετίες (ίσως μέχρι το 2045;), μέχρι κάπως να οριστικοποιηθεί.
Το κοινωνικό ψηφιακό χάσμα
Αναπόφευκτα επομένως ο μέσος πολίτης αδυνατεί να τον παρακολουθήσει. Αυτό ίσως δεν ισχύει για τους λίγους εμάς που βγάζουμε το ψωμί μας από την τεχνολογία ή που θεωρούμε ότι η τεχνολογία είναι το χόμπι μας, όμως πρέπει κανείς πάντα να έχει στο μυαλό του ότι όλοι εμείς αποτελούμε μια, μικρή, μειοψηφία. Ο μέσος πολίτης χρησιμοποιεί την τεχνολογία περιστασιακά και χωρίς γνώση – ή, σωστότερα, επίγνωση.
Τα αποτελέσματα αυτού του κοινωνικού ψηφιακού χάσματος, της απόστασης δηλαδή μεταξύ της χρήσης και της επίγνωσης, τα ζούμε καθημερινά γύρω μας: Τα social media καθορίζουν εκλογικά αποτελέσματα σε Ευρώπη και Αμερική, οι φιλελεύθερες δημοκρατίες νιώθουν ότι απειλούνται, οι πολίτες εκθέτουν ανεπανόρθωτα την προσωπική τους ζωή στο Διαδίκτυο, η ψηφιακή απάτη αποτελεί πραγματικό κίνδυνο, το κυβερνο-έγκλημα (για να μην πω, ο κυβερνο-πόλεμος) το ίδιο.
Με λίγα λόγια, ο μέσος πολίτης ακόμα κινδυνεύει και ταλαιπωρείται από τις παιδικές ασθένειες ενός μέσου, δηλαδή του Διαδικτύου, που ήρθε για να του αλλάζει τη ζωή με περισσότερους από έναν τρόπους, από την παγκοσμιοποίηση μέχρι την καθημερινότητά του.
Ποια θα ήταν η λύση, ή έστω μια απάντηση, σε αυτό το πρόβλημα; Δύο μόνο τρόπους μπορώ να φανταστώ, ώστε αυτό να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά: Ο ένας είναι αυτός της φυσικής επιλογής: Με το πέρασμα των δεκαετιών και την αντικατάσταση των γενιών θα έρθει κάποτε η στιγμή που η τεχνολογία και ο μέσος πολίτης θα συμβαδίσουν. Μπορεί να πάρει μερικές δεκαετίες ακόμα, αλλά αναπόφευκτα κάποια στιγμή θα συμβεί.
Ο άλλος τρόπος είναι εκείνος της εκπαίδευσης και της ενημέρωσης, ώστε να «σωθούν» οι πολίτες ήδη από τώρα. Δηλαδή, να μην αφήσουμε μια ή και δύο γενιές να πάνε ψηφιακά «χαμένες». Να εκπαιδευτεί ο πολίτης τόσο ως προς τη χρήση των νέων μέσων, όσο και, κυρίως, ως προς το τι ακριβώς σημαίνουν τα νέα μέσα, πως λειτουργούν, ποιους περιορισμούς έχουν, ποιοι κίνδυνοι ελλοχεύουν. Μόνο έτσι θα μπορέσει να καταλάβει ότι ο ψηφιακός κόσμος έχει διαφορές από τον πραγματικό, ότι παρότι οι δύο φαίνεται να μοιάζουν, και, για παράδειγμα, την ίδια υπηρεσία παίρνει κανείς είτε πάει στον γκισέ είτε κάνει login με τα στοιχεία taxisnet του, οι δύο αυτοί κόσμοι ποτέ δεν είναι πραγματικά ίδιοι.
Ανάγκη η εκπαίδευση του πολίτη
Εδώ επομένως μπορεί κανείς να κλείσει την παρένθεση ώστε να γίνει η σύνδεση με την διαρκώς επιταχυνόμενη ψηφιοποίηση των υπηρεσιών του Δημοσίου. Ο μέσος Έλληνας ξαφνικά διαπιστώνει ότι μπορεί να πάρει το δίπλωμα οδήγησής του ψηφιακά, ότι μπορεί να έχει όλο το ιατρικό ιστορικό του σε ένα app στο κινητό του ή ότι μπορεί να βγάλει ψηφιακές μεταφράσεις. Όμως, ακόμα και στους ψηφιακά ενήμερους, κανείς δεν τους εξηγεί τι σημαίνει αυτό στην, ψηφιακή, πράξη: Πως επιτεύχθηκε αυτή η τεχνική λύση, με ποια δεδομένα, με ποιες παραδοχές, με τι κινδύνους, με ποιες συνέπειες; Πέρα από την διευκόλυνση, υπάρχουν άλλοι λόγοι να προτιμήσει κανείς (ή και να μην προτιμήσει, τελικά) τον ψηφιακό από τον φυσικό τρόπο; (Μην παρεξηγηθώ, δεν μιλώ μόνο για προσωπικά δεδομένα και για κάτι που αντιμετωπίζεται με όρους χρήσης στο κάτω μέρος της ιστοσελίδας της υπηρεσίας, μιλώ για κάτι που αφορά όχι μόνο τον νόμο αλλά και την τεχνική και την κοινωνική ανάλυση.)
Εξίσου κανείς όμως δεν απευθύνεται και προς τους λιγότερο ψηφιακά ενήμερους. Όσοι δεν βρίσκονται στην πρώτη ταχύτητα της τεχνολογίας, είτε λόγω επαγγέλματος είτε από επιλογή, δεν είναι απαραίτητο ότι είναι εξοικειωμένοι με τις νέες δεξιότητες που απαιτούνται για τη χρήση των ηλεκτρονικών υπηρεσιών. Καθέναν τους μπορεί να ξενίζει είτε το εύρος των πληροφοριών που ζητείται κάθε φορά, είτε ο τρόπος χρήσης μιας online πλατφόρμας. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι, άνθρωποι κυρίως μεγαλύτερης ηλικίας, καταφεύγουν π.χ. στα παιδιά τους ή σε ειδικούς (λογιστικά γραφεία, καταστήματα Η/Υ) για να κάνουν online τις εργασίες που υπό κανονικές συνθήκες θα έπρεπε να κάνουν μόνοι τους.
Με άλλα λόγια, οι ψηφιακές δυνατότητες θέλουν και ψηφιακές δεξιότητες. Οι οποίες δεξιότητες δεν αφορούν μόνο τη χρήση αλλά και την πραγματική γνώση. Δεν αρκεί να αδειάζουμε έναν κουβά υπηρεσιών στον μέχρι προχτές ανυποψίαστο πολίτη, αλλά οφείλουμε και να τον εκπαιδεύσουμε, πως καλύτερα και σωστότερα να τις χρησιμοποιήσει.
“Δεν χρειαζόμαστε ψηφιακό αλφαβητισμό, αλλά πολίτες power users. Δηλαδή, ο στόχος δεν μπορεί να είναι μόνο η Ελλάδα 2.0 αλλά και ο Πολίτης 2.0.“
Προφανώς τα παραπάνω δεν είναι δουλειά του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης να τα επιτύχει, τουλάχιστον όχι σήμερα που όλη η προσπάθεια δίνεται να βγουν στον αέρα υπηρεσίες που είχαν χρονίσει. Απόλυτη προτεραιότητα είναι η ψηφιοποίηση των υπηρεσιών, τουλάχιστον ως προς τον πολίτη, και εννοείται ότι τα πράγματα δεν θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά. Αφού η χώρα άργησε, τώρα πρέπει να τρέξει. Το μόνο πρόβλημα με το σπριντ είναι ότι ο δρομέας δεν προλαβαίνει να κοιτάξει γύρω του ούτε να πάρει ανάσες. Όμως, η πορεία προς την ψηφιακή ζωή είναι μαραθώνιος, όχι σπριντ. Έχει ήδη κρατήσει καιρό και έχει δρόμο ακόμα μπροστά της. Είναι επομένως απολύτως σκόπιμο η Ελλάδα να πάρει κάποια στιγμή τις ανάσες της και να στρέψει την προσοχή της στον πολίτη, στην ενημέρωση και στην εκπαίδευσή του. Αν θέλουμε η ψηφιακή κατάσταση, η Ελλάδα 2.0 να μας αφορά όλους, τότε ο μέσος Έλληνας πολίτης πρέπει και αυτός να αναβαθμιστεί στην επόμενη, 2.0, μορφή του.