Σχεδόν 30 χρόνια μετά την πρώτη μας επαφή με το Ίντερνετ, οι επιχειρήσεις, αλλά και εμείς συνειδητοποιούμε ότι η ανωνυμία στο Διαδίκτυο πρέπει να περιοριστεί.
Το ίντερνετ είναι γνωστό ότι έχει στρατιωτικές καταβολές (όπως άλλωστε τα περισσότερα πράγματα γύρω μας). Όταν οι στρατιωτικοί βρήκαν άλλες, καλύτερες, τεχνολογίες, το έδωσαν στην ακαδημαϊκή κοινότητα. Η ακαδημαϊκή κοινότητα ασχολήθηκε μαζί του για καμιά δεκαπενταριά χρόνια πριν το δώσει στην αγορά, περίπου γύρω στο 1995.
Τότε όμως συνέβη κάτι σημαντικό για την εξέλιξή του: Η «σοβαρή» επιχειρηματική αγορά δεν το πίστεψε. Οι οικονομικοί κολοσσοί της εποχής έμειναν λιγότερο ή περισσότερο αδιάφοροι προς το νέο μέσο. Έτσι, δόθηκε η ευκαιρία σε νέους παίκτες να μπουν στην αγορά. Η πρώτη γενιά «κυρίαρχων» του ίντερνετ εξαφανίστηκε μέσα σε λίγα μόλις χρόνια: Ποιος θυμάται σήμερα την Netscape (παρότι πολλοί διαβάζετε αυτό εδώ το κείμενο σε Firefox) ή την μηχανή αναζήτησης AltaVista; Η Amazon ακόμα τότε πουλούσε μόνο βιβλία, από το γκαράζ του Bezos. Σήμερα ζούμε τη δεύτερη γενιά «κυρίαρχων» του ίντερνετ, που ομολογουμένως τα πηγαίνει πολύ καλύτερα από τους προηγούμενους: Το Facebook είναι ήδη δεκαπέντε ετών, η Google λίγο παραπάνω.
Το «Φαρ Ουέστ» περιβάλλον του Διαδικτύου της δεκαετίας του 1990 δεν μπορούσε παρά να επηρεάσει και τον χαρακτήρα του. Τότε είχαμε την εποχή του ενθουσιασμού, των ατελείωτων νέων δυνατοτήτων. Όπως ακριβώς και στον εποικισμό των δυτικών ΗΠΑ άνθρωποι φιλόδοξοι, ριψοκίνδυνοι και με ταλέντο ρίσκαραν τα πάντα και έσπασαν κάθε κανόνα του «πολιτισμένου κόσμου» που άφησαν πίσω τους προκειμένου να τα καταφέρουν, έτσι και στο Διαδίκτυο εξαιρετικά μορφωμένοι άνθρωποι παράτησαν τα πάντα και ασχολήθηκαν με ένα νέο μέσο που υποσχόταν να αλλάξει την ανθρωπότητα και το οποίο ούτε κυβερνήσεις ούτε πολυεθνικές είχαν ακόμα προσέξει.
“Επομένως, το σπάσιμο των κανόνων και μια, περίεργη, αίσθηση ελευθερίας ήταν εγγενή κατά το διάστημα κοινωνικοποίησης του ίντερνετ.”
Για να καταλάβετε, όλη τη δεκαετία του 1990 ασχολούμασταν με το αν σε αγοραπωλησίες στο ίντερνετ οφείλονται φόροι(!), αν τα εθνικά κράτη δικαιούνται ή όχι να επιβάλλουν κανόνες στο Διαδίκτυο(!), και αν γενικά καθένας είναι ελεύθερος να κάνει ό,τι θέλει σε αυτό.
Γιατί επιτράπηκε αρχικά η ανωνυμία στο Internet;
Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο εντάσσεται η κουβέντα περί ανωνυμίας στο Διαδίκτυο. Η ανωνυμία ήταν περίπου αναγκαστική τη δεκαετία του 1990, όταν μηνύματα μπορούσες να ανταλλάξεις στο ίντερνετ μόνο με συντομεύσεις του ονόματός σου και μάλιστα μόνο με λατινικούς χαρακτήρες. Αν είναι έτσι, τότε γιατί να μην «πειράξει» κανείς το όνομά του ώστε να μην αναγνωρίζεται καν; Άλλωστε, ακόμα τότε ολόκληρο το ίντερνετ ήταν ένα παιχνίδι, ελάχιστα λεφτά ή ιδέες ανταλλάσσονταν σε αυτό.
Το ίδιο και με τα email accounts. Για πολλά, μα πάρα πολλά χρόνια (και σε κάποιο βαθμό ακόμα και σήμερα) οποιοσδήποτε μπορούσε να δημιουργήσει ένα email account με οποιαδήποτε στοιχεία και στη συνέχεια να αρχίσει να στέλνει μαζικά μηνύματα σε συνανθρώπους του με αυτό. Φαντάζομαι ότι κάποτε στο μέλλον η ανθρωπότητα θα κοιτάξει πίσω της με απορία, γιατί ακριβώς δόθηκε τόση επικοινωνιακή δύναμη σε ψεύτικα accounts, όμως ό,τι έγινε έγινε.
Το ίδιο ακριβώς και με τα social media. Τα social media δεν ήταν μια ανάγκη εγγενής στον άνθρωπο. Μάθαμε ότι μας αρέσουν και ότι τα χρειαζόμαστε, δεν γεννηθήκαμε με αυτά. Προκειμένου να τα μάθουμε και να μας γίνουν απαραίτητα, οι επιχειρηματίες που τα δημιούργησαν έκαναν ένα σωρό εκπτώσεις στην ασφάλεια και σε ό,τι ήταν σωστό ευθύς εξαρχής να γίνει, ώστε να προσελκύσουν πελάτες. (Αυτό δεν ήταν ανήκουστο, στην ουσία αντέγραψαν την Microsoft, η οποία για πάρα πολλά χρόνια διέθετε τα Windows και το Office «ξεκλείδωτα», όταν ακόμα προσπαθούσε να μας μάθει να τα χρησιμοποιούμε.). Έτσι λοιπόν το Facebook και οι υπόλοιποι επέτρεψαν τα ανώνυμα ή τα ψευδώνυμα accounts. Αυτό ήταν αναγκαστικό, αν ήθελαν να επιβιώσουν στην αγορά.
Το «Φαρ Ουέστ» εποικήθηκε, και μας έδωσε την Καλιφόρνια και τα γουέστερν και τελικά άλλαξε την ανθρωπότητα για πάντα (αναμφίβολα προς το καλύτερο!), όμως ταυτόχρονα μας έδωσε και τα λιντσαρίσματα και τους robber Barons. Δεν νομίζω ότι μπορεί κανείς να έχει το ένα χωρίς το άλλο. Το μόνο που ίσως μπορεί να κάνει είναι να προσπαθήσει, μέσω νομοθεσίας, να ενισχύσει κάπως τα πρώτα και να περιορίσει κάπως τα δεύτερα.
Έτσι και με το Διαδίκτυο. Το Διαδίκτυο άλλαξε την ανθρωπότητα για πάντα, ξεκάθαρα προς το καλύτερο. Η παγκοσμιοποίηση στην ουσία δεν είναι τίποτα άλλο παρά η μια ή η άλλη πλευρά του. Όμως ό,τι κακό αναπόφευκτα έφεραν οι συνθήκες ανάπτυξής του τώρα πια είναι σκόπιμο να αντιμετωπιστεί.
Είναι η ανωνυμία κάτι κακό;
Απάντηση στην ουσία σε αυτό το ερώτημα δεν υπάρχει, μπορούμε να μιλάμε για ώρες ή και για χρόνια εξετάζοντάς το. Οι ψηφοφορίες είναι μυστικές για κάποιο λόγο. Όμως στις επιτροπές που λαμβάνονται σημαντικές αποφάσεις η ψήφος είναι ονομαστική. Το whistleblowing είναι σημαντικό, όμως τελικά υπάρχει νομοθεσία που το ρυθμίζει. Η Δικαιοσύνη δεν αρνείται να εξετάσει ανώνυμες καταγγελίες, όμως δεν τους δίνει φυσικά την ίδια σημασία με αντίστοιχες επώνυμες.
Και στο Διαδίκτυο; Καλή ή κακή η ανωνυμία στο Διαδίκτυο; Κατά τη γνώμη μου το Διαδίκτυο «κανονικοποιείται» σιγά σιγά, αναπαράγοντας τη ζωή όπως ήδη τη γνωρίζαμε. Επομένως, αν και ο κανόνας πρέπει να είναι η αληθινή, «επώνυμη» δραστηριοποίηση σε αυτό, λίγη ανωνυμία δεν βλάπτει.
“Αυτό που βλάπτει είναι η πολλή, η γενικευμένη ανωνυμία. Η με ίσους όρους δραστηριοποίηση ενός ανώνυμου με ένα επώνυμο προφίλ.”
Υπάρχει λόγος που η ανθρωπότητα χρησιμοποιεί ονόματα, αστυνομικές ταυτότητες και υπογραφές – είναι η λογοδοσία, η ατομική ευθύνη. Σε συνθήκες ανωνυμίας η λογοδοσία χάνεται. Αν χαθεί η λογοδοσία καταστρέφεται ο μόνος συνδετικός κρίκος που μας κρατά οργανωμένους σε κοινωνία.
Επομένως, όταν με το καλό το Διαδίκτυο κανονικοποιηθεί πλήρως τότε λίγη ανωνυμία καλό είναι να επιτραπεί. Μέχρι τότε πρέπει να περιοριστεί. Μέχρι να κατανοήσει και ο πιο πρόσφατος χρήστης ότι «στο ίντερνετ κανείς δεν γνωρίζει ότι είσαι σκύλος», επομένως καθένας μπορεί ανεξέλεγκτα να λέει ό,τι θέλει, οφείλουμε αυτή τη δυνατότητα να την περιορίσουμε – ή και να την εξαλείψουμε εντελώς.
Ήδη πάντως είμαι ικανοποιημένος που η γενική κατεύθυνση είναι ακριβώς αυτή, της ταυτοποίησης των χρηστών. Για να φτάσουμε εδώ και πάλι επικράτησε η, αμείλικτη, λογική της αγοράς: Το Facebook και τα λοιπά social media αφενός έχουν πια αρκετούς χρήστες και αφετέρου συνειδητοποίησαν ότι η ζημιά που μπορεί να πάθουν από την ανωνυμία κάποιων από αυτούς είναι μεγαλύτερη από το όφελος που πιθανώς έχουν επιτρέποντάς τους να συνεχίσουν να υπάρχουν. Επομένως, σιγά-σιγά αρχίζει η ταυτοποίηση των χρηστών, έμμεσα, με τον εν τοις πράγμασι εξαναγκασμό να συνδέσουμε στα προφίλ μας και τα κινητά μας τηλέφωνα. (Τα οποία, μην ξεχνάμε, σχεδόν παντού πλέον στον κόσμο είναι ταυτοποιημένα – η εποχή των «ανώνυμων καρτοκινητών» πέρασε, έχοντας διανύσει παράλληλη τροχιά με αυτήν που εξετάζουμε εδώ). Όταν με το καλό ο αριθμός κινητού θα είναι απαραίτητος για να έχει διατηρεί κανείς λογαριασμό στα internet social media, τότε το πρόβλημα θα έχει σε μεγάλο βαθμό λυθεί. Στο μεταξύ όλοι ελπίζουμε ότι μέχρι τότε η ανθρωπότητα θα έχει βρει το επόμενο «Φαρ Ουεστ» για να εκτονώσει τις δημιουργικές της δυνάμεις – για το καλό όλων μας.