Το “φαινόμενο των Βρυξελλών” δίνει ρόλο στην Ευρώπη στον παγκόσμιο χάρτη. Με το ΑΙ Act η Ευρώπη φιλοδοξεί για μια ακόμα φορά να αποτελέσει το παράδειγμα για όλο τον πλανήτη.
To Brussels effect είναι ένας όρος που όλο και περισσότερο, αυτάρεσκα, χρησιμοποιούμε στην Ευρώπη αυτή την περίοδο. Είναι σχετικά πρόσφατος, λανσαρίστηκε από την Anu Bradford και, εν ολίγοις, υποδηλώνει ότι όσα νομοθετεί πρώτη η Ευρώπη αντιγράφουν αργά ή γρήγορα και οι υπόλοιπες χώρες του πλανήτη.
Ισχύει πράγματι κάτι τέτοιο; Δεν είναι πιθανότερο να αντιγράφουν όλοι τους νόμους της Αμερικής, αφού αυτή είναι η ισχυρότερη (και δημοκρατική) χώρα στον κόσμο; Η συγγραφέας στήριξε το εύρημά της στην παρατήρηση κάποιων τομέων δικαίου και της αγοράς. Θεωρεί ότι, επειδή οι νόμοι της Ευρώπης είναι καλογραμμένοι, δημοκρατικοί και αυστηροί, έχουν κίνητρο να τους αντιγράψουν οι κυβερνήσεις παντού στον πλανήτη. Σε αυτό άλλωστε πιέζονται και από τις επιχειρήσεις τους, επειδή οι τεχνικές προδιαγραφές της Ευρώπης είναι οι αυστηρότερες στον κόσμο, επομένως η αντιγραφή τους και οδηγεί σε ομοιομορφία προϊόντων και υπηρεσιών (δηλαδή, τελικά σε οικονομία) αλλά και «πετά έξω» τον ανταγωνισμό από τους «μικρούς» που δεν έχουν ίσως τα χρήματα να εφαρμόσουν τις ίδιες αυστηρές μεθόδους παραγωγής. Όλα επομένως συνηγορούν στην υιοθέτηση των ευρωπαϊκών στάνταρντ και κανόνων από όλους.
“Οι ψηφιακές τεχνολογίες παρουσιάζουν ορισμένα χαρακτηριστικά που κάνουν σχεδόν ιδανική τη νομοθέτηση από τις Βρυξέλλες“
Τι μας νοιάζει αυτό; Η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για ένα νομικό φαινόμενο (αν κανείς καν το αποδεχόταν), που δεν φαίνεται να επηρεάζει κάπως την καθημερινότητά μας. Επηρεάζει όμως την πολιτική, η οποία με τη σειρά της τελικά επηρεάζει την καθημερινότητά μας. Πώς γίνεται αυτό; Δίνοντας ώθηση στη νομοθέτηση από τις Βρυξέλλες. Αν το Brussels effect δίνει ρόλο στην Ευρώπη, και μάλιστα σε ένα παγκοσμιοποιημένο δίπολο μεταξύ Αμερικής και Κίνας, τότε δικαιολογεί και τον ρόλο της και τη συνέχιση των προσπαθειών της.
Αυτό δεν γίνεται πουθενά αλλού περισσότερο φανερό από στις ψηφιακές τεχνολογίες (μάλιστα, ένα από τα παραδείγματα της συγγραφέως είναι πράγματι η νομοθεσία για τα προσωπικά δεδομένα – ο, γνωστός μας, GDPR). Οι ψηφιακές τεχνολογίες παρουσιάζουν ορισμένα χαρακτηριστικά που κάνουν σχεδόν ιδανική τη νομοθέτηση από τις Βρυξέλλες (και όχι από τα εθνικά Κοινοβούλια): Είναι παγκοσμιοποιημένες, επομένως η νομοθέτηση από ένα μόνο κράτος (πχ. για τις ψηφιακές πλατφόρμες) θα ήταν αναποτελεσματική. Είναι επίσης γενικευμένες, επομένως ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζει ένας Έλληνας χρήστης πχ. του Facebook το αντιμετωπίζει με τον ακριβώς ίδιο τρόπο και ένας Γάλλος. Τέλος, είναι νέες και απαιτούν νέες λύσεις και νομικά μοντέλα, τα οποία όμως για να εκπονηθούν απαιτούν κόπο και χρήμα (και ειδικούς) που καμία χώρα μόνη της δεν διαθέτει σε επαρκή αριθμό.
Επομένως, ενθαρρυμένες και από το, «επώνυμο», πλέον φαινόμενο της νομοθέτησής τους, δηλαδή το Brussels effect, οι Βρυξέλλες πράγματι νομοθετούν πρώτες, και αποκλειστικά, για τις ψηφιακές τεχνολογίες. (Σε πλαίσιο ανερυθρίαστης αυτο-προώθησης(!), όσοι ενδιαφέρονται μπορούν να δουν σχετικό άρθρο μας, που αυτή την περίοδο γίνεται βιβλίο, εδώ.)
Το πιο πρόσφατο παράδειγμα αυτού του φαινομένου σημειώθηκε πριν λίγες μέρες, στο πεδίο της Τεχνητής Νοημοσύνης. Όμως, για να καταλάβουμε τι ακριβώς συνέβη απαιτείται μια μικρή αναδρομή. Η Ευρώπη ήδη από το 2017, ή και νωρίτερα ακόμα, είχε αρχίσει να συζητά για τη ρύθμιση της Τεχνητής Νοημοσύνης. Το θέμα έγινε προτεραιότητα με την εκλογή της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής (μετά τις αντίστοιχες ευρωεκλογές) το 2019. Πράγματι, το 2021 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε Σχέδιο Νόμου για την Τεχνητή Νοημοσύνη. (Θεωρώ ότι η ελληνική μετάφραση του «AI Act» ως «Πράξη», αντί για «Νόμος», «για την Τεχνητή Νοημοσύνη», είναι αποτυχημένη.) Όπως απαιτείται, στη συνέχεια επεξεργάστηκαν το Σχέδιο Νόμου το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο. Καθένα από τα δύο οφείλει να δημοσιεύσει τις θέσεις του και τις προτάσεις του σχετικά. Το Συμβούλιο το έκανε εδώ και λίγους μήνες – είναι το Κοινοβούλιο που ολοκλήρωσε τις δικές του διαδικασίες πριν λίγες μέρες. Επομένως, τώρα μπορεί να ξεκινήσει το τελευταίο στάδιο της ευρωπαϊκής νομοθέτησης, η συνεργασία μεταξύ των τριών οργάνων (ο, λεγόμενος, «τρίλογος») ώστε να συμβιβαστούν οι θέσεις τους και να καταλήξουμε σε τελικό κείμενο, κάτι που αναμένεται να συμβεί σύντομα (επειδή άλλωστε, «πιέζουν» πλέον χρονικά οι επόμενες ευρωεκλογές του Ιουνίου και η νέα Επιτροπή που θα έρθει – που μπορεί να βλέπει τα πράγματα διαφορετικά).
“Σημασία έχει η ύπαρξη του Νόμου. Η παραδοχή δηλαδή ότι ο άνθρωπος πρέπει να προστατευτεί από την Τεχνητή Νοημοσύνη.”
Αυτό που πρέπει να σημειωθεί είναι ότι η δημοσίευση των θέσεων του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου, ώστε να αρχίσει ο «τρίλογος», δεν είναι αυτονόητα. Κάποια νομοθετήματα «κολλάνε» για χρόνια. Άλλα απορρίπτονται ρητά και «επιστρέφονται» στην Επιτροπή. Επομένως, το γεγονός ότι για την Τεχνητή Νοημοσύνη όλοι κατέληξαν ότι απαιτείται πράγματι ρύθμιση και ότι το αρχικό κείμενο της Επιτροπής, μετά φυσικά από αλλαγές και τροποποιήσεις, είναι επαρκές για τον σκοπό αυτόν είναι και πρέπει να γιορταστεί ως επιτυχία. Αυτό άλλωστε εννοούσε η Πρόεδρος του Κοινοβουλίου Μέτσολα, όταν είπε ότι «σήμερα γράφουμε ιστορία».
Ιστορία όμως δεν γράφεται μόνο «εσωτερικά» στην Ευρώπη, αλλά και «εξωτερικά». Η αλήθεια είναι ότι κανένα άλλο κράτος του κόσμου, ούτε καν η Αμερική ή η Κίνα, οι οποίες στο κάτω-κάτω πρωταγωνιστούν στις εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης, δεν έχουν τολμήσει να νομοθετήσουν γι αυτές. Πρώτη η Ευρώπη προτείνει τέτοιο νόμο. Είναι επομένως πιθανότατο, σύμφωνα με τα παραπάνω, ο νόμος της να αντιγραφεί από όλη την υπόλοιπη υφήλιο.
Τι λέει βασικά αυτός ο νόμος; Η βασική του ιδέα, και παραδοχή, είναι ότι οι εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης κατηγοριοποιούνται (και μπορεί να κατηγοριοποιηθούν) ανάλογα με τους κινδύνους που δημιουργούν για τον άνθρωπο. Αν συμφωνήσουμε σε αυτό (δεν είναι αυτονόητο, παρακαλώ σκεφτείτε αν μπορείτε να κατηγοριοποιήσετε το λογισμικό που ήδη γνωρίζετε και χρησιμοποιείτε…) τότε μπορούμε σχετικά εύκολα να αποδεχτούμε ότι οι υψηλού κινδύνου εφαρμογές πρέπει να απαγορευτούν ή πάντως να περιοριστούν ασφυκτικά, οι μέσου κινδύνου να ρυθμιστούν πιο χαλαρά και οι άνευ κινδύνου σχεδόν καθόλου.
Φυσικά δεν είναι εδώ ο χώρος κατάλληλος για νομική ανάλυση. Ούτε είναι αυτό που έχει σημασία. Σημασία έχει η ύπαρξη του Νόμου. Η παραδοχή δηλαδή ότι ο άνθρωπος πρέπει να προστατευτεί από την Τεχνητή Νοημοσύνη. Η Ιστορία άλλωστε, αν αυτός είναι ο σκοπός μας, δεν γράφεται από τις λεπτομέρειες αλλά από το ίδιο το γεγονός. Ο GDPR, και η προστασία των προσωπικών δεδομένων, έγραψαν ιστορία αφού ξεκίνησαν από την Ευρώπη και πλέον κατέκτησαν όλον τον κόσμο ανεξαρτήτως από τις επιμέρους ρυθμίσεις τους. Είναι το γεγονός που μετράει: το γεγονός δηλαδή ότι χρειαζόμαστε νόμο για την προστασία των προσωπικών μας δεδομένων. Και, τώρα, το γεγονός ότι χρειαζόμαστε νόμο για να μας προστατεύσει από τις εφαρμογές Τεχνητής Νοημοσύνης.
Τι είναι εξίσου σημαντικό; Η ευελιξία. Σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον ο νόμος απαιτείται να έχει τις κεραίες του ανοιχτές. Να παρακολουθεί τις εξελίξεις και να προσαρμόζεται. Να τροποποιεί τις διατάξεις του, εφόσον χρειαστεί. Όπως είπαμε, το βασικό ζητούμενο ήταν η παραδοχή ότι πράγματι χρειαζόμασταν έναν τέτοιο νόμο. Από τη στιγμή που η Ευρώπη την έκανε πρώτη και για όλους, για όλον τον πλανήτη, η συνέχεια είναι λιγο-πολύ προδιαγεγραμμένη: το πρώτο βήμα έγινε, η υλοποίηση δεν θα αργήσει και, αν λάβουμε υπόψη τις προηγούμενες επιδόσεις της Ευρώπης, θα είναι παραπάνω από ικανοποιητική.
Cover Photo: Copyright © European Union 2023 – Source EP